Archaeology of Violence: The Forest as Evidence

Από RemoteSensing Wiki

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
εικ.1 Εικόνα RADAR από το γεωλογικό αρχείου του RADAM, από περιοχή της πόλης του Macau. Source: Forensic Architecture

Η έρευνα έχει ως αντικείμενο τον εντοπισμό της τοποθεσίας των χωριών των ιθαγενών Waimiri-Atroari στην Αμαζονία της Βραζιλίας, τα οποία καταστράφηκαν μετά το πραξικόπημα του 1964, το οποίο χρηματοδοτήθηκε από τις ΗΠΑ. Στην περιοχή αυτή, τόπο διαβίωσης των ιθαγενών, η κατάσταση ήταν ιδιαίτερα δυσμενής, εφόσον εκεί υλοποιήθηκαν το 1966 μεγάλης έκτασης προγράμματα περιφερειακής ανάπτυξης, με στόχο την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων και την υφαρπαγή της αγροτικής γης.


ΤΗΛΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ

Η διερεύνηση έγινε μέσω τεχνολογιών τηλεπισκόπησης. Συγκεκριμένα, αναζητήθηκε η διαφοροποίηση των παλαιότερων από τα νεότερα δάση, τα οποία αναπτύχθηκαν στα απομεινάρια των κατεστραμμένων χωριών. Οι ανάλυση των δορυφορικών εικόνων και οι χάρτες που προέκυψαν, μαρτυρούν τον τρόπο με τον οποίο η βοτανική σύσταση του δάσους μπορεί να διαβαστεί ως αρχαιολογικό τεκμήριο.


εικ.2 Εικόνες από τη δεύτερη χαρτογράφηση της γήρανσης του δάσους, όπου γίνεται προσπάθεια εντοπισμού των ανθρωπογενών επεμβάσεων στη βοτανική δομή του δάσους. Source: Forensic Architecture

Η τηλεπισκόπηση είχε και στο παρελθόν χρησιμοποιηθεί από την αντίθετη πλευρά. Η κυβέρνηση της Βραζιλίας, προώθησε τα προγράμματά της με τη βοήθεια τεχνολογιών χαρτογράφησης και απεικόνισης της περιόδου του ψυχρού πολέμου. Με σκοπό τον εντοπισμό στρατηγικών πόρων, έγινε μια μεγάλης κλίμακας τοπογραφική έρευνα, επονομαζόμενη Radar Amazonia (εικ.1), -ή RADAM- που ξεκίνησε στις αρχές του ’70, με τη χρήση τεχνολογίας RADAR, που είχε προηγουμένως χρησιμοποιηθεί στο Βιετνάμ. Για τον εντοπισμό των χωριών, κρίθηκε αναγκαία η χρήση μεθόδων ανάγνωσης του εδάφους και συλλογής χωρικών δεδομένων, εφόσον ήταν αδύνατον να βρεθούν αρχιτεκτονικά στοιχεία για αυτούς. Όταν το δάσος γίνεται αντιληπτό ως μια πηγή αρχαιολογικών στοιχείων, και ο τρόπος κατανομής και σύνθεσης της βλάστησης διαβάζονται ως επιγραφές της κοινωνικοπολιτικής ιστορίας, η αρχιτεκτονική των χωριών, εμφανίζεται τελικά καταγεγραμμένη στη δομή του δάσους. Η τοποθεσία των χωριών αποκαλύπτει, ότι το κράτος της Βραζιλίας δεν ενεργούσε σε μια κενή περιοχή, αλλά σύμφωνα με μια οργανωμένη στρατηγική που αποσκοπούσε στον τερματισμό της κατοίκησης στο δάσος, η οποία θεωρούνταν εχθρική για τους σκοπούς της εθνικής ανάπτυξης. Η χαρτογραφία αποκαλύπτει μια εικόνα της Αμαζονίας η οποία αντιτίθεται στην αποικιοκρατική ιδεολογία που καλλιεργήθηκε από το στρατιωτικό καθεστώς, σύμφωνα με την οποία το δάσος ήταν μια πρωτόγονη ακατοίκητη και υπανάπτυκτη περιοχή. Η βίαιη αναδιάρθρωση της κοινωνικο-οικολογικής αρχιτεκτονικής του δάσους, ήταν το μέσο με το οποίο το κράτος επέβαλε πιο αυστηρό έλεγχο στην περιοχή των ιθαγενών, και παρά την έλλειψη όλων των άλλων πιθανών αποδείξεων, η ιστορία της βίας και τα θύματά της επιβιώνουν στη μνήμη των ζωντανών δασών της Αμαζονίας. Η χωρική διάταξη της περιοχής των ιθαγενών Waimiri Atroari αποτελούνταν από δίκτυα μικρών και αυτόνομων, και αυστηρής γεωμετρικής δομής χωριών, τα οποία ήταν κατανεμημένα γύρω από τα όρια των παραπόταμων των ποταμών Camanaú, Alalaú και Abonari, σχηματίζοντας μεγαλύτερα συμπλέγματα που επικοινωνούσαν μεταξύ τους με μονοπάτια. Τα χωριά κατά καιρούς εγκαταλείπονταν, εφόσον οι κάτοικοι μετακινούνταν σε άλλες περιοχές, επιτελώντας μια συνεχή κίνηση μέσα στο δασικό τοπίο. Παρόλα αυτά, λόγω της αγρανάπαυσης, στις εγκαταλελειμμένες περιοχές αναπτύχθηκαν χρήσιμα είδη φυτών, με αποτέλεσμα οι περιοχές να συνεχίσουν να χρησιμοποιούνται για πολλά χρόνια (εικ.2). Η νομαδική αρχιτεκτονική και οι περιοχές αγρανάπαυσης, η μετακίνηση της εποίκησης και της εγκατάλειψης στο χρόνο, άφησε ένα ανιχνεύσιμο ίχνος στο τοπίο. Συγκριτικά, οι δευτερεύουσες δασικές μεταμορφώσεις που άρχισαν να εμφανίζονται μετά το 1970, μαρτυρούν την τοποθεσία των χωριών που καταστράφηκαν ή εκκενώθηκαν με την βία.




Πηγές