ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΛΙΜΝΗΣ ΑΡΑΛΗΣ ΒΑΣΙΖΕΤΑΙ ΣΤΗ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ
Από RemoteSensing Wiki
ΠΡΩΤΟΤΥΠΟΣ ΤΙΤΛΟΣ: The future of the Aral Sea lies in transboundary co-operation
ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ: Lindsey Harriman
ΠΗΓΗ: http://www.unep.org/pdf/UNEP_GEAS_JAN_2014.pdf
ΣΤΟΧΟΣ
Η εκτροπή των πηγών νερού που κατέληγαν στη λίμνη Αράλη στην Κεντρική Ασία προκάλεσε σημαντική μείωση στο μέγεθός της κατά τις τελευταίες πέντε δεκαετίες. Έχει χωρισθεί σε πολλά μικρότερα μέρη, αφήνοντας πίσω της μια τεράστια έρημο και ένα πλήθος περιβαλλοντικών, οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων. Οι πρόσφατες δράσεις αποκατάστασης της λίμνης έχουν επιφέρει ανάκαμψη στον κλάδο της αλιείας στο βόρειο κομμάτι της, υποβαθμίζοντας όμως ακόμα περισσότερο το νότιο κομμάτι της λίμνης. Παρά το γεγονός ότι η στάθμη των υδάτων της λίμνης Αράλης δεν μπορεί ποτέ να επιστρέψει στα επίπεδα του 1960, η διασυνοριακή συνεργασία και η τήρηση και εφαρμογή των πολιτικών διαφύλαξης του οικοσυστήματος προσφέρει κάποια ελπίδα για την επιβίωση της λίμνης.
ΛΙΜΝΗ ΑΡΑΛΗ
Η λίμνη Αράλη, η οποία ήταν κάποτε η τέταρτη μεγαλύτερη λίμνη στον κόσμο, καλύπτει σήμερα περίπου το 10% της πρώην επιφάνειας της, κατέχει λιγότερο από το 10% του πρώην όγκου της και λαμβάνει 10 φορές λιγότερο νερό από ότι στο παρελθόν. Η λεκάνη της υποστηρίζει έναν πληθυσμό περισσότερων από 60 εκατομμυρίων ανθρώπων, ποσοστό αυξημένο δηλαδή κατά 4 φορές από το 1960. Η λεκάνη της καλύπτει 1,5 εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα και είναι μοιρασμένη σε έξι χώρες: το Τουρκμενιστάν, το Ουζμπεκιστάν, το Καζακστάν , το Κιργιστάν, το Τατζικιστάν και το Αφγανιστάν (Εικόνα 1).
Το νερό που προέρχεται από τα χιόνια και τους παγετώνες της νοτιοδυτικής οροσειράς του Παμίρ στο Τατζικιστάν και της οροσειράς Tien Shan στα σύνορα Κίνας και Κιργιζίας, τροφοδοτεί τους ποταμούς Amu Darya και το Syr Darya, οι οποίοι εμπλούτιζαν ιστορικά τη λίμνη Αράλη. Αυτό το νερό ήταν πολύτιμο, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια των ζεστών και ξηρών καλοκαιριών. Ωστόσο, οι δυο αυτοί ποταμοί εξετράπησαν το 1938 για να καλύψουν ανάγκες άρδευσης περιοχών. Κατά συνέπεια, η αλλαγή της ροής τους προκάλεσε την αποξήρανση της λίμνης. Οι αυξημένες ανάγκες άρδευσης για την καλλιέργεια βαμβακιού και ρυζιού οδήγησαν στην επιτάχυνση της εκτροπής το 1960. Παράλληλα, ενώ μελετήθηκε η χρήση των υπόγειων υδάτων για άρδευση, το μεγαλύτερο βάρος δόθηκε στη χρήση επιφανειακών υδάτων. Ακόμα, η συρρίκνωση των πάγων των γύρω βουνών εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, οδήγησε σε ακόμα μικρότερη απορροή στη λεκάνη της λίμνης, προκαλώντας περισσότερες πλημμύρες και ξηρασίες στην περιοχή.
ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
Η λίμνη Αράλη είναι σήμερα χωρισμένη στα εξής τμήματα: στη Βόρεια λίμνη Αράλη (North Aral Sea, NAS), η οποία έχει διατηρήσει σχετικά τα επίπεδα του νερού λόγω κατασκευής φράγματος και σε δύο ανεξάρτητα τμήματα της Νότιας λίμνης Αράλης (South Aral Sea, SAS), το βαθύτερο και πιο σταθερό δυτικό τμήμα και το ρηχό ανατολικό τμήμα, το οποίο παρουσιάζει πολλές διακυμάνσεις στο μέγεθος. Η διατήρηση των επιπέδων των υδάτων στο δυτικό τμήμα της SAS είναι απαραίτητη στην προσπάθεια να διατηρήσει η λίμνη το οικολογικό της σύστημα. Επιπροσθέτα, θα πρέπει να παραμένει στο ανατολικό της τμήμα κάποια ποσότητα νερού, ώστε να εξασφαλισθεί ότι δεν θα αποξηρανθεί τελείως, αφήνοντας πίσω μια επικίνδυνη έρημο από σκόνη και αλάτι.
Η σημαντική μείωση στο μέγεθος και τον όγκο της λίμνης συνέβαλε στην κατάργηση της αλιείας, στη δημιουργία επικίνδυνου πόσιμου νερού, στην εισροή μεγάλων ποσοτήτων άλατος στο έδαφος και στον πολλαπλασιασμό των αμμοθυελλών, λόγω του σχηματισμού μιας τεχνητής ερήμου, της Aral - kum. Η διασυνοριακή συνεργασία μεταξύ των ανάντη και κατάντη χωρών και η συνεργατική διαχείριση των υδάτινων πόρων είναι πρακτικές κεντρικής σημασίας για την ικανοποίηση των αναγκών των υδάτων, της ενέργειας, των τροφίμων και της περιβαλλοντικής ασφάλειας τα επόμενα χρόνια. Τα περιφερειακά έργα (όπως φύτευση δένδρων κατά μήκος του πρώην θαλάσσιου βυθού), έχουν συμβάλει στην προσπάθεια αναδάσωσης της περιοχής Aral - kum και στη διατήρηση των ιδιαίτερων οικοσυστημάτων.
Μια από τις πολλές αλλαγές τις οποίες υπέσθη η λίμνη τα τελευταία 50 χρόνια ήταν η σημαντική αύξηση του πλυθησμού που κατοικούσε στη γύρω περιοχή της, σε συνδιασμό με το διπλασιασμό των αρδευόμενων εκτάσεων και τη μη βιώσιμη μείωση της απορροής του νερού προς τη λίμνη (Πίνακας 1).
Έτσι, έχουν επέλθει στην περιοχή συγκλονιστικές ορατές αλλαγές (Σχήμα 2), πέραν των περιβαλλοντικών, οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων.
ΕΚΤΑΣΗ ΛΙΜΝΗΣ
Ως βάση δεδομένων για τη λίμνη Αράλη μπορούν να θεωρηθούν τα επίπεδα του νερού πριν από το 1960, καθώς παρέμειναν σχετικά σταθερά κατά τα έτη 1901-1961. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η λίμνη κάλυπτε μια περιοχή περίπου 66.000 - 67.500 τετραγωνικών χιλιομέτρων και περιείχε περίπου 1.060 κυβικά χιλιόμετρα νερού. Ακόμα, οι ποταμοί Amu Darya και Syr Darya συνεισέφεραν 47-55 κυβικά χιλιόμετρα νερού το χρόνο, ενώ τα υπόγεια ύδατα προσέθεταν 10.05 - 12.05 κυβικά χιλιόμετρα. Η αλιευτική βιομηχανία ήταν ακμάζουσα και αποτελούσε μια σημαντική πηγή απασχόλησης σε τοπικό επίπεδο, αποφέροντας περίπου 40.000 τόνους ψαριών ανά έτος. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960, οι ποταμοί Amu Darya και Syr Darya εκτρέπονταν όλο και περισσότερο για να συμβάλουν στις ανάγκες άρδευσης για την καλλιέργεια βαμβακιού και ρυζιού, μειώνοντας έτσι την έκταση της λίμνης σε λιγότερα από 60.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα το 1969. Η μέση αλατότητά της ήταν περίπου 10 γραμμάρια ανά λίτρο, δηλαδή το νερό είχε σχεδόν γίνει υφάλμυρο. Ο όγκος των εκτρεπόμενων υδάτων αυξήθηκε από 90 κυβικά χιλιόμετρα το 1970 σε πάνω από 110 κυβικά χιλιόμετρα στο τέλος της δεκαετίας, ενώ κορυφώθηκε το 1980 σε 120 κυβικά χιλιόμετρα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την περαιτέρω μείωση της επιφάνειας και του όγκου της λίμνης και την αύξηση της συγκέντρωσης του άλατος στα 30 γραμμάρια ανά λίτρο το 1989. Έτσι, μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1980, η λίμνη είχε χωρισθεί σε Βόρειο (NAS) και Νότιο (SAS) τμήμα (Εικόνα 2b). Στη συνέχεια, για να αποφευχθεί η αποξήρανση του δυτικού τμήματος της Βόρειας Αράλης και να αυξηθούν τα επίπεδα του νερού, κατασκευάστηκαν μια σειρά από φράγματα στη νοτιοανατολική ακτή του Βόρειου τμήματος. Τα φράγματα έγιναν για να ανακατευθύνουν τη ροή του ποταμού Syr Darya ώστε να τροφοδοτεί μόνο τη Βόρεια Αράλη, στερώντας έτσι μια πηγή νερού για τη Νότια Αράλη. Τελικά, αυτά τα φράγματα δεν κράτησαν για πολύ, καθώς οι καταιγίδες τα κατέστρεψαν επανειλημμένα. Όπως φαίνεται στο σχήμα 2c, μέχρι το 1999 είχε υποχωρήσει ένα σημαντικό μέρος της ανατολικής Νότιας Αράλης, αφήνοντας πίσω μια έρημο από αλάτι, γνωστή με το όνομα Aral – kum. Κατά τη δεκαετία του 2000, η έρημος Aral - kum συνέχισε να αυξάνεται σε μέγεθος, καθώς δημιουργήθηκε το φράγμα Kok – Aral, που για άλλη μια φορά εμπόδιζε την εκροή του ποταμού Syr Darya στη Νότια Αράλη. Το φράγμα Kok - Aral κατασκευάστηκε στη νοτιοανατολική πλευρά της Βόρειας Αράλης στα πλαίσια ενός κοινού ερευνητικού προγράμματος μεταξύ της Παγκόσμιας Τράπεζας και της κυβέρνησης του Καζακστάν. Το έργο ολοκληρώθηκε το 2005 (Σχήμα 2d) και είχε ως αποτέλεσμα να γεμίσει με νερό η Βόρεια Αράλη πιο γρήγορα από ότι αναμενόταν, ενώ κορυφώθηκε σε όγκο το 2006. Έτσι, ξεκίνησε το νερό σιγά-σιγά να ρέει πίσω στην Νότια Αράλη μέσω μιας μικρής διακοπτόμενης ροής, η οποία παρατηρείται κυρίως κατά τη διάρκεια της άνοιξης ή στις αρχές του καλοκαιριού, όταν η απορροή της ποτεμού Syr Darya είναι μεγαλύτερη. Επιπλέον, το φράγμα σταθεροποιηθεί τη στάθμη των υδάτων στη Βόρεια Αράλη, επιτρέποντας έτσι την επανέναρξη της αλιευτικής βιομηχανίας. Η συνολική επιφάνεια του νερού της Νότιας Αράλης μειώθηκε σχεδόν κατά 50% κατά την περίοδο 1999 - 2006 (Διάγραμμα 1). Τα μειωμένα επίπεδα του νερού της περιοχής οδήγησαν στην αύξηση της αλατότητας σε περισσότερα από 100 γραμμάρια ανά λίτρο, δηλαδή περίπου 10 φορές την αλατότητα της λίμνης Αράλης κατά τη δεκαετία του 1960.
ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ
Οι αλλαγές στην επιφάνεια και τον όγκο της λίμνης Αράλης προκάλεσαν σοβαρές επιπτώσεις στο περιβάλλον, τη ζωή και τις οικονομίες των ντόπιων πληθυσμών της Κεντρικής Ασίας. Η εξόντωση της αλιευτικής βιομηχανίας τη δεκαετία του 1980 κόστισε την εργασία σε δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους. Επιπλέον, η περιοχή Aral-kum καταλαμβάνει περίπου 60.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα αμμωδών εδαφών, τα περισσότερα από τα οποία είναι μολυσμένα με λιπάσματα που έχουν απομείνει από τα γεωργικά εδάφη και τροφοδοτούν τις αμμοθύελλες. Η επιφάνεια αυτών των εδαφών, τα οποία περιβάλλουν τη λίμνη Αράλη και περιέχουν μεγάλες ποσότητες άλατος, αυξήθηκε σε ποσοστό 54% το 2008 ένταντι του 40% το 2000. Οι τοπικοί πλυθησμοί επηρεάζονται έντονα από το φαινόμενο των αμμοθυελλών, καθώς αυτές προκαλούν διαταραχές στο αναπνευστικό σύστημα και στα νεφρά των ανθρώπων, ενώ παράλληλα μειώνουν την ορατότητα της περιοχής.
Επίσης, η αυξημένη γεωργική παραγωγή συνοδεύτηκε από αύξηση στη χρήση των λιπασμάτων και των φυτοφαρμάκων, η οποία έθεσε σε κίνδυνο τα υπόγεια και επιφανειακά ύδατα, ρύπανε τα ιζήματα στον πυθμένα της θάλασσας και οδήγησε σε άνοδο της στάθμης των υπόγειων υδάτων. Τα επίπεδα των υπογείων υδάτων έχουν αυξηθεί ως και 2,5 μέτρα σε ορισμένες περιοχές, συμπεριλαμβανομένων και περιοχών του Τουρκμενιστάν. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε περαιτέρω αλμύρινση του εδάφους. Η ποιότητα του νερού, ειδικά για πόση, μειώθηκε λόγω της αυξημένης αλατότητας, της βακτηριακής μόλυνσης και της ύπαρξης φυτοφαρμάκων και βαρέων μετάλλων.
Τέλος, η εκτροπή των ποταμών Amu Darya και Syr Darya οδήγησε όχι μόνο σε χαμηλότερα επίπεδα νερού στη λίμνη Αράλη, αλλά και στην εξαφάνιση των μικρών λιμνών και των δέλτα που έτρεφαν αυτοί οι ποταμοί. Το δέλτα του Amu Darya υποστήριζε περίπου 2.600 λίμνες κατά τη δεκαετία του 1960, αλλά ο αριθμός αυτός μειώθηκε σε 400 το 1985. Τα δάση τουγκάϊ και οι καλαμιώνες που κάποτε καταλάμβαναν περισσότερα από 500.000 εκτάρια, τώρα καταλαμβάνουν μόνο το 10% της αρχικής έκτασης τους, αφού έχουν αντικατασταθεί από καλλιεργήσιμη γη ή έχουν εξαφανιστεί λόγω της έλλειψης νερού. Για να αποκατασταθεί η οικολογική καταστροφή, έχουν κατασκευαστεί τεχνητές λίμνες και δεξαμενές. Η βιοποικιλότητα παραμένει σε χαμηλά επίπεδα, αν και μερικά είδη υδρόβιων πουλιών έχουν επεκτείνει τις περιοχές αναπαραγωγής τους κατά μήκος των κοιλάδων των ποταμών Amu Darya και Syr Darya.
ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Σε ό,τι αφορά τη μελλοντική χρήση των υδάτινων πόρων, είναι απαραίτητη η διασυνοριακή συνεργασία στη μεταξύ των ανάντη (Τατζικιστάν και Κιργιζία) και κατάντη χωρών (Καζακστάν, Τουρκμενιστάν και Ουζμπεκιστάν) της λεκάνης της λίμνης Αράλης, αλλά οι συγκρούσεις συμφερόντων αναστέλλουν σε πολλές περιπτώσεις αυτήν την προσπάθεια. Η έλλειψη περιφερειακού συντονισμού στην εφαρμογή της αποκατάστασης του περιβάλλοντος έχει αποδειχθεί η αιτία για τις ανεπιτυχείς συλλογικές προσπάθειες. Ιστορικά, όλες οι χώρες του κόσμου έχουν συνεργασθεί για την αντιμετώπιση των διασυνοριακών προβλημάτων εξαιτίας του ανταγωνισμού για το νερό. Στην περίπτωση της λίμνης Αράλης αυτός ο ανταγωνισμός έχει οδηγήσει στην αποξήρανσή της και σε ένα πλήθος αρνητικών συνεπειών για τους ανθρώπους, τις οικονομίες και το περιβάλλον. Τα οικοσυστήματα και οι φυσικοί πόροι που υποστηρίζονται από την λίμνη δεν μπορούν ποτέ να φτάσουν στα επίπεδα που ήταν πριν από πέντε δεκαετίες, αλλά έχουν μια ευκαιρία να αναζωογονηθούν μέσω της κατάλληλης διαχείρισης των υδάτινων πόρων, υπό την προϋπόθεση της πολιτικής βούλησης.