Εντοπισμός των υδρογραφικών συστημάτων. Ένα παράδειγμα από τον Δενδροπόταμο Θεσσαλονίκης.

Από RemoteSensing Wiki

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Η χρήση των δορυφορικών εικόνων Landsat-TM, IRS-1c /PAN και των Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφορικής (G.I.S.) στον ακριβέστερο εντοπισμό των υδρογραφικών συστημάτων. Ένα παράδειγμα από τον Δενδροπόταμο Θεσσαλονίκης.

Θεόδωρος Ασταράς και Δημήτριος Οικονομίδης

(http://geolib.geo.auth.gr/index.php/pgc/article/view/9308/9059)

Εικόνα 1: Φυσικό έγχρωμο σύνθετο ευρύτερης περιοχής Δενδροπόταμου.
Εικόνα 2: Ψηφιοποίηση τοπογραφικού χάρτη.
Εικόνα 3: Εντοπισμός μη χαρτογραφημένων ρεμάτων 1ης τάξης.
Εικόνα 4α: Κοίτη ρέματος 1ης τάξης στη θέση 1.
Εικόνα 4α: Κοίτη ρέματος 1ης τάξης στη θέση 2.


Αντικείμενο

Σκοπός της εργασίας είναι η ακριβέστερη χάραξη υδρογραφικών δικτύων της λεκάνης απορροής του Δενδροποτάμου Θεσσαλονίκης, με τη βοήθεια δορυφορικών εικόνων, μέσης και υψηλής διακριτικής ικανότητας. Η περιοχή του Δενδροποτάμου έχει πληγεί πολλές φορές από πλημμύρες και υπάρχουν αρκετοί παράγοντες που εντείνουν τον χείμαρρο που εμφανίζεται σε αυτή. Συγκεκριμένα το μεγαλύτερο ποσοστό της λεκάνης απορροής καλλιεργείται ή καλύπτεται από οικισμούς.

Δεδομένα

Για την μελέτη αυτή χρησιμοποιείται μία πανχρωματική εικόνα από τον Ινδικό δορυφόρο IRS – 1C/ PAN διακριτικής ικανότητας 5 μέτρων και τα τρία πρώτα φασματικά κανάλια του δείκτη ΤΜ του δορυφόρου LANDSAT 5, διακριτικής ικανότητας 30 μέτρων. Ακόμα, αξιολογήθηκε και ένας τοπογραφικός χάρτης της ευρύτερης περιοχής της Θεσσαλονίκης από την Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού. Η ψηφιακή επεξεργασία έγινε σε υπολογιστικό σύστημα PENTIUM 3 και με χρήση των λογισμικών EASI/PACE και ArcGIS.

Μεθοδολογία

Αρχικά, τα φασματικά κανάλια του LANDSAT 5/TM και η πανχρωματική εικόνα συγχωνεύονται σε ένα αρχείο. Σε αυτό το αρχείο γίνονται οι επόμενες διεργασίες: 1. Δημιουργείται το φυσικό έγχρωμο σύνθετο της εικόνας προβάλλοντας τις φασματικές ζώνες 1, 2 και 3 στο κόκκινο, μπλε και πράσινο κανάλι αντίστοιχα. (εικόνα 1) 2. Χρησιμοποιείται ο τοπογραφικός χάρτης της περιοχής και με κατάλληλες διαδικασίες επεξεργάζονται και ψηφιοποιούνται το υδρογραφικό δίκτυο, ο υδροκρίτης και οι ισοϋψείς. (εικόνα 2) 3. Με τη χρήση των ισοϋψών που υπολογίστηκαν προηγουμένως προκύπτει ο χάρτης φυσικού ανάγλυφου της περιοχής. Στον οποίο προβάλλεται το υδρογραφικό δίκτυο. 4. Στη συνέχεια γίνεται υπέρθεση της επεξεργασμένης δορυφορικής εικόνας πάνω στο τρισδιάστατο ανάγλυφο μοντέλο. 5. Σε αυτό, προστίθεται και το ψηφιοποιημένο υδρογραφικό δίκτυο και ψηφιοποιούνται κοίτες (ρέματα) 1ης τάξης του ποταμού που δεν ήταν τοποθετημένα στον τοπογραφικό χάρτη. Στον εντοπισμό αυτών των κοιτών βοηθάει η διαφορετική απορρόφηση ακτινοβολίας από τη βλάστηση που συγκεντρώνεται εντός του ρεμάτων και αυτής που συγκροτεί τις γειτονικές κλιτύες. Η διαφοροποίηση αυτή αποτυπώνεται στη δορυφορική πανχρωματική εικόνα IRS – 1C/ PAN με τους διαφορετικούς τόνους της απόχρωσης του γκρι.(εικόνα 3) 6. Επιτόπια διερεύνηση των εντοπισμένων ρεμάτων 1ης τάξης για επαλήθευση της ύπαρξής τους. (εικόνες 4α, 4β)


Αποτελέσματα - Συμπεράσματα

Οι δορυφορικές εικόνες υψηλής διακριτικής χωρικής ικανότητας, όπως αυτές του δορυφόρου IRS – 1C, βοηθούν στον υπολογισμό υδατοπαροχής και στον εντοπισμό του υδρογραφικού δικτύου, ιδίως στον εντοπισμό επιπλέον μη καταγεγραμμένων κλάδων 1ης τάξης, καλυμμένων ή μη, όπως στην παρούσα εργασία. Συνεπώς, οι εικόνες αυτές, καθώς και η τηλεπισκόπηση και φωτοερμηνεία, μπορούν να αποτελέσουν σημαντικό εργαλείο για γεωμορφολόγους και υδρογεωλόγους στη μελέτη των υδάτινων πόρων υπό τη δημιουργία λεπτομερών γεωμορφολογικών χαρτών, χρήσιμων για όλες τις γεωεπιστήμες. Τέλος, οι δορυφορικές εικόνες μπορούν να αξιοποιηθούν από την Γ. Υ. Σ. για την βελτίωση των χαρτών που διαθέτει.