Διαχείριση της Παράκτιας Βόρειας Καρολίνας

Από RemoteSensing Wiki

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Εικόνα 1: Δείκτης Βλάστησης Κανονικοποιημένης Διαφοράς για το τμήμα της κομητείας Tyrrell. Με πράσινο χρώμα είναι η ελάχιστη βλάστηση, με γκρι είναι η μεγαλύτερη. Το κόκκινο χρώμα δείχνει τα ενδιάμεσα επίπεδα της χλωροφύλλης. Οι χρυσές γραμμές δείχνουν τις θέσεις των υγροτόπων.
Εικόνα 2: Εικόνα της νότιας Tyrell County. Με το χρώμα διακρίνονται τα όρια του υγροτόπου.

Οι Hyde, Tyrrell, και Dare κομητείες της βόρειας Καρολίνας καταλαμβάνουν τις ακτές των εκβολών των Albemarle και Pamlico Sounds. Η διάβρωση των ακτών, η άνοδος της στάθμης της θάλασσας και η αύξηση της έντασης των καταιγίδων δημιουργούν μια καλά τεκμηριωμένη απειλή για τα οικονομικά συμφέροντα της περιοχής. Τα φαινόμενα αυτά επηρεάζουν τα οικοσυστήματα των εκβολών των ποταμών και των κοινοτήτων. Η Pamlico Sound είναι η μεγαλύτερη λιμνοθάλασσα. Μια ομάδα φοιτητών του DEVELOP National Program συνεργάστηκε με το North Carolina Division of Coastal Management (NCDCM) για να βοηθήσει στην αξιολόγηση των αλλαγών των ακτών και την απώλεια ενδιαιτημάτων σε παράκτιους υγροτόπους χρησιμοποιώντας δορυφορική τηλεπισκόπηση.

Στόχος αυτού του προγράμματος είναι να ανιχνεύσει τις αλλαγές κατά μήκος της ακτογραμμής και των εκβολών των ποταμών και να μετρήσει πώς αλλάζουν στο χρόνο, καθώς και την έκταση και το είδος των συμβάντων που μπορούν να προκαλέσουν αλλαγές. Με μια ακριβή μέθοδο αξιολόγησης των ακτών που βασίζεται σε δορυφορικές εικόνες, το NCDCM θα μπορούσε να εξετάσει παλιές δορυφορικές εικόνες και να αξιολογήσει το μέγεθος και το χρονοδιάγραμμα των αλλαγών της ακτογραμμής. Ένα σύνολο δεδομένων μέσης ανάλυσης αλλά υψηλότερης συχνότητας, θα μπορούσαν να βοηθήσουν το NCDCM στη λήψη πολιτικών αποφάσεων όσον αφορά τη διαχείριση των ακτών. Αυτό, με τη σειρά του, μπορεί να βοηθήσει να αξιολογηθεί καλύτερα το πώς να διαχειριστούν την ακτογραμμή προκειμένου να εξασφαλιστεί στο ελάχιστο η απώλεια περιουσίας, οι οικολογικές βλάβες και οι οικονομικές ζημίες από γεγονότα όπως οι τυφώνες. Για να επιτευχθούν όλα αυτά, η ακτογραμμή πρέπει πρώτα να βρίσκεται με ακρίβεια.

Το έργο αυτό χρησιμοποίησε έξι δορυφορικές εικόνες Landsat από την ιστοσελίδα USGS Glovis. Οι έξι εικόνες ήταν από διαφορετικές χρονικές περιόδους εντός του ίδιου έτους για να περιοριστεί η ετήσια μεταβλητότητα. Κάθε εικόνα κατατάσσεται σε δύο κατηγορίες, τη γη ή το νερό, όπου τα pixels της γης αποδόθηκαν με την τιμή 0 και τα pixels του νερού αποδόθηκαν με την τιμή 1. Συσσωρεύοντας τις έξι εικόνες και προσθέτοντας το συνολικό ποσό για κάθε pixel, τρία αποτελέσματα ήταν πιθανά. Εάν το συνολικό ποσό των pixels ήταν 0, τότε το pixel ήταν πάντα γη και παρέμενε αμετάβλητο. Εάν το pixel ήταν νερό, τότε το συνολικό ποσό ήταν 6. Κάθε ενδιάμεση τιμή από αυτές τις δύο ακραίες, ήταν μεταβλητό, που σημαίνει ότι κάποιες φορές περιείχε νερό και άλλες γη.

Η ομάδα DEVELOP βοήθησε το NCDCM διερευνώντας μεθόδους με τις οποίες οι υγρότοποι μπορούσαν να εξεταστούν χρησιμοποιώντας δορυφορικές εικόνες. Συγκρίνοντας ένα shapefile υγροτόπων σε διάφορα κανάλια, η ομάδα προσδιόρισε ότι οι συγκεκριμένοι υγρότοποι έδειχναν μείωση της χλωροφύλλης σε σχέση με τη γύρω χερσαία περιοχή. Επιπλέον, η διάκριση από το γυμνό έδαφος θα μπορούσε να επιτευχθεί με την περεταίρω εξέταση του μέσου-υπέρυθρου φάσματος (Β5) του Landsat. Τέλος, η θέση των υγροτόπων θα μπορούσε να προσδιοριστεί από τον συνδυασμό NDVI και Β5, επιτρέποντας στη NCDCM να εξετάσει μεγαλύτερες εικόνες και να εξακριβώσει πώς οι υγρότοποι έχουν αλλάξει από το 1983.

Πηγή: http://earthzine.org