Αστική ποιότητα ζωής: Χωρική μοντελοποίηση και δεικτοδότηση στη Μητροπολιτική Περιοχή της Αθήνας

Από RemoteSensing Wiki

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Τίτλος: Urban Quality of Life: Spatial Modeling and Indexing in Athens Metropolitan Area, Greece

Πρωτότυπος Τίτλος :Αστική ποιότητα ζωής: Χωρική μοντελοποίηση και δεικτοδότηση στη Μητροπολιτική Περιοχή της Αθήνας

Πηγή:https://www.mdpi.com/2220-9964/10/5/347eas

Συγγραφείς: Antigoni Faka , Kleomenis Kalogeropoulos , Thomas Maloutas and Christos Chalkias


Εικόνα 1: Περιοχή μελέτης, η Μητροπολιτική Περιοχή της Αθήνας.
Εικόνα 2: Δείκτες για το δομημένο περιβάλλον, το κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον και τις συνθήκες στέγασης, σε όλους τους δήμους της ΜΠΑ, Ελλάδα.
Εικόνα 3: Δείκτες για το φυσικό περιβάλλον, τις δημόσιες υπηρεσίες και υποδομές και το πολιτιστικό περιβάλλον. και εγκαταστάσεις αναψυχής, σε όλους τους δήμους της ΜΠΑ.
Εικόνα 4: Τα σύνθετα κριτήρια της ποιότητας ζωής στην ΜΠΑ,(α) Δομημένο περιβάλλον, (β) φυσικό περιβάλλον. περιβάλλον, (γ) κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον, (δ) δημόσιες υπηρεσίες και υποδομές, (ε) συνθήκες στέγασης, (στ) πολιτιστικές και ψυχαγωγικές εγκαταστάσεις
Εικόνα 5: Τελική Qol , χάρτης της Μητροπολιτικής Περιοχής της Αθήνας.
Εικόνα 6: Το αστικό υπόβαθρο των μειονεκτικών δήμων. (Α) Δήμος Περάματος, (Β) δήμος Κερατσινίου-Δραπετσώνας, (Γ) δήμος Κορυδαλλού, (Δ) δήμος Περιστερίου.
Εικόνα 7: Το αστικό υπόβαθρο των πλεονεκτικών δήμων. (Α) Δήμος Φιλοθέης-Ψυχικού, (Β) Δήμος Αγίας Παρασκευής, (Γ) Δήμος Πεντέλης, (Δ) Δήμος Γλυφάδας


Περίληψη

Η μελέτη εξετάζει την Ποιότητας Ζωής στην Μητροπολιτική Περιοχή της Αθήνας (ΜΠΑ), χρησιμοποιώντας τεχνικές χωρικής μοντελοποίησης . Πρωταρχικός στόχος είναι η κατασκευή ενός ολοκληρωμένου δείκτη QoL(Quality of Life), ο οποίος ενσωματώνει διάφορα κριτήρια που συμβάλλουν στη συνολική ευημερία των κατοίκων στον αστικό χώρο.

Εισαγωγή

Η μεθοδολογία που υιοθετήθηκε περιλαμβάνει τη χρήση της τεχνολογίας του Γεωγραφικού Συστήματος Πληροφοριών (GIS), ενός εργαλείου που επιτρέπει την ενσωμάτωση στατιστικών μεταβλητών με χωρικά δεδομένα. Ο δείκτης QoL διαμορφώνεται λαμβάνοντας υπόψη πολλαπλούς παράγοντες, δηλαδή τον δομημένο χώρο, το φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον, τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, τις υποδομές και τις υπηρεσίες και την ποιότητα της κατοικίας. Λαμβάνεται υπόψη η περίπλοκη φύση της ποιότητας ζωής, που περιλαμβάνει τη σωματική υγεία, την ψυχολογική κατάσταση, την ανεξαρτησία, τις κοινωνικές σχέσεις και τις προσωπικές πεποιθήσεις. H μελέτη τοποθετεί την έννοια της Ποιότητας Ζωής σε ιστορικό πλαίσιο, παρακολουθώντας την εξέλιξή της από την εστίαση στο βιοτικό επίπεδο και την απόκτηση καταναλωτικών αγαθών σε μια πιο διαφοροποιημένη, πολυεπίπεδη προσέγγιση. Παρατίθεται ο ορισμός της Ποιότητας Ζωής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (WHOQOL), δίνοντας έμφαση σε μια περιεκτική προοπτική που ενσωματώνει διάφορες πτυχές της ζωής ενός ατόμου στο πλαίσιο των πολιτιστικών και αξιακών συστημάτων του περιβάλλοντός του. Συζητούνται μεθοδολογικές εκτιμήσεις για την αξιολόγηση της ποιότητας ζωής, εξετάζοντας θέματα όπως η επιλογή των μεταβλητών και η γεωγραφική κλίμακα ανάλυσης. Η μελέτη υποστηρίζει ότι η αξιολόγηση της ποιότητας ζωής πρέπει να λαμβάνει υπόψη τόσο το γενικό όσο και το ειδικό επίπεδο, με την εξειδίκευση να καθορίζει τους υπό μελέτη τομείς. Η αξιολόγηση προσεγγίζεται με έμφαση στο περιβάλλον διαβίωσης, διερευνώντας στοιχεία όπως ο δομημένος χώρος, το φυσικό περιβάλλον, οι κοινωνικοοικονομικοί παράγοντες, η ποιότητα της κατοικίας και οι υποδομές.

Περιοχή μελέτης

Η Αθήνα, η πρωτεύουσα και μεγαλύτερη πόλη της Ελλάδας, βρίσκεται στο νομό Αττικής και καλύπτει μια έκταση περίπου 400 km2. Η Μητροπολιτική Περιοχή της Αθήνας (ΜΠΑ) είναι η 7η μεγαλύτερη Αστική Ζώνη (LUZ) στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με πάνω από 4 εκατομμύρια κατοίκους. Σύμφωνα με τη Eurostat, η ικανοποίηση των κατοίκων της Αθήνας από τους δημόσιους χώρους, όπως οι αγορές, οι πλατείες και οι πεζόδρομοι στην ΑΜΑ είναι 51%, με τους αλλοδαπούς να αντιμετωπίζονται γενικά θετικά. Η πλειονότητα των ερωτηθέντων αισθάνεται ασφαλής στην ΜΠΑ, είναι ικανοποιημένοι με τους χώρους πρασίνου και με τον τόπο διαμονής τους (76%). Ωστόσο, το 63% δεν είναι ικανοποιημένο από την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού του και το 45% είναι ικανοποιημένο από την προσωπική του επαγγελματική κατάσταση. Η ΑΜΑ χαρακτηρίζεται από χωρική ετερογένεια, οριοθετείται από βουνά και αποτελείται από συνεχείς δομημένες περιοχές. Τα χαρακτηριστικά του αστικού ιστού της σύγχρονης ΑΜΑ σχετίζονται με την ανεξέλεγκτη αύξηση του πληθυσμού και τη μαζική κατασκευή πολυκατοικιών κατά τη μεταπολεμική περίοδο. Σήμερα, η ΜΠΑ αντιμετωπίζει σημαντικές κοινωνικοοικονομικές ανισότητες και ανισότητες στη σύνθεση του πληθυσμού και στο φυσικό περιβάλλον λόγω της κοινωνικής και οικονομικής κρίσης, της κινητικότητας του πληθυσμού και της μετανάστευσης.

Κριτήρια και μέθοδοι

Η μελέτη επικεντρώνεται στην ποιότητα ζωής (QoL) των ατόμων σε αστικές περιοχές χρησιμοποιώντας χωρική μοντελοποίηση με βάση το GIS. Αξιολογεί έξι τομείς και μεταβλητές, συμπεριλαμβανομένου του κοινωνικοοικονομικού περιβάλλοντος, της εγγύτητας σε δημόσιες υπηρεσίες και εγκαταστάσεις αναψυχής, των συνθηκών στέγασης και του φυσικού και δομημένου περιβάλλοντος. Το δομημένο περιβάλλον αξιολογείται με βάση την πυκνότητα του πληθυσμού και το ποσοστό των ελεύθερων χώρων, ενώ το φυσικό περιβάλλον αξιολογείται με βάση τις πηγές θορύβου και ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Η κοινωνικοοικονομική κατάσταση συνδέεται άμεσα με την ποιότητα ζωής, με την υψηλότερη εκπαίδευση να επηρεάζει τις υλικές συνθήκες διαβίωσης και τις υψηλότερες αποδοχές και την απασχολησιμότητα. Το χαμηλό εισόδημα και το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο συνδέονται με αυξημένη υλική στέρηση και δυσκολίες στην ικανοποίηση βασικών αναγκών, οι οποίες έχουν ισχυρό αντίκτυπο στην ποιότητα ζωής. Οι ψυχαγωγικές και πολιτιστικές εγκαταστάσεις θεωρούνται επίσης ισχυροί προγνωστικοί παράγοντες της ποιότητας ζωής, καθώς παρέχουν χώρους συνάντησης για κοινωνικές σχέσεις και συμβάλλουν στη συνολική ευημερία. Στην παρούσα μελέτη χρησιμοποιήθηκαν δείκτες εγγύτητας σε εγκαταστάσεις αναψυχής και πολιτισμού για την εκτίμηση αυτού του κριτηρίου. Η πρόσβαση σε δημόσιες υπηρεσίες και εγκαταστάσεις αξιολογείται επίσης μέσω δεικτών προσβασιμότητας, όπως η εγγύτητα σε νοσοκομεία και αθλητικές εγκαταστάσεις και ο δείκτης σχολείων ανά 10.000 κατοίκους. Οι συνθήκες στέγασης αξιολογούνται μέσω δεικτών που σχετίζονται με τον πληθυσμό που ζει σε σπίτια χωρίς βασικές εγκαταστάσεις, σε μονοκατοικίες, σε νεόδμητες μονάδες και σε στεγαστικό χώρο ανά άτομο.

Μοντελοποίηση GIS

Χρησιμοποιήθηκε GIS για την εκτίμηση των δεικτών και των σύνθετων κριτηρίων σε μια περιοχή μελέτης. Οι πίνακες στατικών δεδομένων και τα χωρικά επίπεδα αποθηκεύτηκαν σε μια βάση γεωδεδομένων και εφαρμόστηκαν διαδικασίες υποστηριζόμενες από τα GIS για τη γεωκωδικοποίηση και τη συγκέντρωση δεδομένων. Τα δεδομένα σε πίνακες ενώθηκαν με χωρικά δεδομένα και υπολογίστηκαν στατιστικά στοιχεία για κάθε δήμο. Υπολογίστηκε η γεωμετρική επιφάνεια των πολυγώνων και το μήκος της γραμμικής οντότητας. Η ανάλυση ευκλείδειας απόστασης πραγματοποιήθηκε για τις ευθείες αποστάσεις, ενώ η ανάλυση δικτύου με βάση το ΓΣΠ χρησιμοποιήθηκε για την εκτίμηση της ταχύτητας ταξιδιού επί της οδού. Χρησιμοποιήθηκε ένα εργαλείο στατιστικών ζωνών για τον υπολογισμό των μέσων τιμών για κάθε δήμο. Μετά οι τελικοί δείκτες αναταξινομήθηκαν σε μια κοινή κλίμακα πέντε κατηγοριών από πολύ χαμηλή εώς πολύ υψηλή QoL. Η χωρική ανάλυση και χαρτογράφηση πραγματοποιήθηκαν με τη χρήση του ArcGIS

Αποτελέσματα

Η QoL της περιοχής μελέτης αξιολογήθηκε με τη χρήση ενός σύνθετου δείκτη, ο οποίος ενσωμάτωσε έξι κριτήρια. Οι δείκτες έδειξαν ότι το κεντρικό τμήμα του Δήμου Αθηναίων (ΔΑ) είχε πυκνοκατοικημένες περιοχές και έλλειψη ελεύθερων χώρων. Το δυτικό τμήμα του ΜΠΑ είχε υψηλό ποσοστό ανεργίας και χαμηλό ποσοστό ατόμων με ανώτερη μόρφωση και μέσο εισόδημα.

Οι συνθήκες στέγασης ήταν επίσης υποβαθμισμένες, με τους περισσότερους ανθρώπους στις δυτικές δημοτικές ενότητες να έχουν λιγότερα από 30 m2. Ο βόρειος τομέας είχε τις καλύτερες περιβαλλοντικές συνθήκες, καθώς διέθετε υψηλή πυκνότητα αυτοκινητοδρόμων. Οι ιατρικές υπηρεσίες βρίσκονταν ως επί το πλείστον στην κεντρική ΜΠΑ, με μεγάλη χρονική απόσταση για την πρόσβαση σε αυτές. Η εγγύτητα σε αθλητικές εγκαταστάσεις ήταν γενικά υψηλή στο νότιο τμήμα της ΜΠΑ και σε ορισμένους θύλακες στο βόρειο τμήμα. Οι πολιτιστικές και ψυχαγωγικές εγκαταστάσεις ήταν πολύ χαμηλές στο κεντρικό τμήμα της ΜΠΑ. Η ποιότητα του δομημένου περιβάλλοντος ήταν υψηλή στην περίμετρο της ΜΠΑ και χαμηλή στο κέντρο. Το φυσικό περιβάλλον είχε ασαφή χωρικά πρότυπα, αλλά το βόρειο και το νότιο τμήμα της ΜΠΑ είχαν υψηλές/πολύ υψηλές τιμές ποιότητας ζωής. Οι δημόσιες υπηρεσίες και οι υποδομές βρίσκονταν στο κέντρο της ΜΠΑ, οδηγώντας σε υψηλές τιμές ποιότητας ζωής. Οι συνθήκες στέγασης γύρω από το κέντρο της ΜΠΑ ήταν πολύ χαμηλές και αυξάνονταν προς την περίμετρό της. Η χωρική κατανομή της συνολικής ποιότητας ζωής παρουσιάζεται στο Σχήμα 6. Το βορειοανατολικό και το νοτιοανατολικό τμήμα της περιοχής μελέτης είχαν υψηλές τιμές QoL, ενώ ο κεντρικός δήμος είχε μια μέση κατάσταση. Οι δορυφορικές εικόνες ορισμένων από τους πιο μειονεκτικούς και πλεονεκτικούς δήμους έδειξαν το χωρικό υπόβαθρο όπου αναπτύσσεται η QoL. Οι μειονεκτικές περιοχές Β, Γ και Δ είχαν πιο πυκνά δομημένο χώρο και έλλειψη πράσινων αστικών περιοχών και ελεύθερων χώρων. Στις περιοχές Α εντοπίστηκαν μεγάλες εκτάσεις ελεύθερων και πράσινων χώρων, αλλά το κύριο λιμάνι της χώρας εντοπίστηκε στην παράκτια ζώνη, συγκεντρώνοντας πολλές βιομηχανικές μονάδες και βιομηχανίες πετρελαίου, οδηγώντας σε σημαντική υποβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος. Από την άλλη πλευρά, οι πλεονεκτικοί δήμοι ήταν λιγότερο πυκνοδομημένοι με αρκετούς θύλακες αστικού πρασίνου και ανοιχτών χώρων σε όλη την περιοχή των δήμων.

Συζήτηση

Η χωρική κατανομή της ποιότητας ζωής παρουσιάστηκε μέσω μιας πολυκριτηριακής ανάλυσης που υλοποιήθηκε σε περιβάλλον GIS. Διαπιστώθηκε ότι υπάρχει σαφής κοινωνικός διαχωρισμός στην Αττική, με τις βόρειες, ανατολικές και νότιες περιοχές να έχουν υψηλές τιμές όσον αφορά την Ποιότητα Ζωής, ενώ το δυτικό τμήμα της Αττικής παρουσιάζει πολύ μικρές τιμές. Αυτές οι διαφορετικές ζώνες αντικατοπτρίζουν τις κοινωνικοοικονομικές ανισότητες στην περιοχή, καθώς τα χαμηλότερα και υψηλότερα κοινωνικοοικονομικά στρώματα συγκεντρώνονται στους δυτικούς και βόρειους-νοτιοανατολικούς τομείς της ΜΠΑ, αντίστοιχα. Η μελέτη αποκάλυψε επίσης ότι οι ανεπαρκείς οικιστικές εγκαταστάσεις και ο ανεπαρκής χώρος συνδέονται με τις συνθήκες διαβίωσης των μη προνομιούχων ατόμων, οδηγώντας σε χειρότερη ποιότητα ζωής. Οι βόρειες και νοτιοανατολικές ζώνες φαίνεται να διαθέτουν λιγότερες δημόσιες υπηρεσίες και υποδομές, με φτωχή πρόσβαση σε ιατρικές υπηρεσίες και αθλητικές εγκαταστάσεις. Οι πιο απομακρυσμένες από τους κεντρικούς δήμους χαρακτηρίζονται επίσης από χαμηλότερα επίπεδα ποιότητας ζωής όσον αφορά τις πολιτιστικές και ψυχαγωγικές εγκαταστάσεις, ενώ η κεντρική ΜΠΑ φαίνεται να επωφελείται λόγω της συγκέντρωσης θεάτρων, βιβλιοθηκών, μουσείων και αρχαιολογικών χώρων στο δήμο Αθηναίων. Ωστόσο, το κέντρο της ΜΠΑ χαρακτηρίζεται από φτωχό φυσικό και δομημένο περιβάλλον και αντιμετωπίζει τις αρνητικές επιπτώσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και της ηχορύπανσης λόγω της μεγάλης πληθυσμιακής πυκνότητας, των περιορισμένων ελεύθερων χώρων, της μεγάλης πυκνότητας δρόμων υψηλής κυκλοφορίας και της γειτνίασης με βιομηχανικές μονάδες. Αυτές οι χωρικές ανισότητες εντός της ΜΠΑ επιτρέπουν την κατασκευή ενός πιο θεωρητικά θεμελιωμένου πλαισίου για την εξήγηση της ποιότητας ζωής. Το μοντέλο αστικής ανάπτυξης της ΜΠΑ βασίστηκε στην ταυτόχρονη επέκταση και εντατικοποίηση, γεγονός που οδήγησε στην επικράτηση βραχυπρόθεσμων κριτηρίων οικονομικής ανάπτυξης, γεγονός που υπονόμευσε την κοινωνικά ορθολογική και βιώσιμη αστική ανάπτυξη. Για την αναβάθμιση της ποιότητας ζωής στην περιοχή μελέτης, οι υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων θα μπορούσαν να επωφεληθούν από τα ευρήματα για την ανάπτυξη στοχευμένων δράσεων και σχεδίων με βάση τους τομείς στους οποίους υστερεί κάθε περιοχή. Προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί στους υποβαθμισμένους δήμους του δυτικού τομέα, ιδίως στη Νίκαια-Αγίου Ιωάννη Ρέντη, στο Αιγάλεω, στην Αγία Βαρβάρα και στο Πέραμα. Παρεμβάσεις σε επίπεδο πολεοδομικού σχεδιασμού θα μπορούσαν να αναβαθμίσουν το δομημένο και φυσικό περιβάλλον των δήμων Νέας Σμύρνης, Καλλιθέας και Πειραιά, οι οποίοι σημείωσαν πολύ χαμηλά επίπεδα στα κριτήρια αυτά. Όσον αφορά τις συνθήκες στέγασης, οκτώ δήμοι (Περιστέρι, Αθήνα, Βύρωνας, Καλλιθέα, Νίκαια-Άγιος Ιωάννης Ρέντης, Αιγάλεω, Αγία Βαρβάρα, Κορυδαλλός) φαίνεται να έχουν ανεπαρκή στεγαστικό χώρο και/ή στεγαστικά κτίρια χαμηλής ποιότητας όσον αφορά τις εγκαταστάσεις και τις νεόδμητες μονάδες. Θα μπορούσαν να δοθούν οικονομικοί πόροι και κίνητρα για προγράμματα βελτίωσης των κατοικιών είτε για την επισκευή είτε για την ανακαίνιση των κτιρίων στις περιοχές αυτές. Ωστόσο, η μελέτη έχει ορισμένους περιορισμούς και παραδοχές. Πρώτον, το προτεινόμενο μοντέλο έχει σχεδιαστεί για την περιφερειακή έως τοπική κλίμακα, η οποία απαιτεί πιο εξαντλητικά σύνολα δεδομένων και λεπτομερείς πληροφορίες. Δεύτερον, η επιλογή των κριτηρίων βασίστηκε σε ευρήματα από τη διεθνή βιβλιογραφία και τη διαθεσιμότητα δεδομένων. Τέλος, ο χάρτης εξόδου παρουσιάζει μόνο τη χωρική κατανομή της ποιότητας ζωής για την ΜΠΑ και όχι τη χρονική της διάσταση.

Συμπέρασμα

Η παρούσα μελέτη παρουσιάζει ένα μεθοδολογικό πλαίσιο για τη χαρτογράφηση της QoL στην ΜΠΑ, αποκαλύπτοντας σημαντικές ανισότητες μεταξύ των κατοίκων με βάση κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες. Δύο συστάδες πλεονεκτικών δήμων στις βορειοανατολικές και νοτιοανατολικές περιοχές μελέτης και μια συστάδα μειονεκτικών δήμων στη δυτική ΜΠΑ αποκάλυψαν ανισότητες στο εκπαιδευτικό και οικονομικό επίπεδο, το μέγεθος των κατοικιών, την ποιότητα και τις ανέσεις. Οι δήμοι της κεντρικής ΜΠΑ επωφελούνται από την εγγύτητα σε δημόσιες υπηρεσίες και εγκαταστάσεις αναψυχής, ενώ οι μειονεκτικές συνθήκες, όπως η υψηλή πληθυσμιακή πυκνότητα, οι περιορισμένοι ελεύθεροι χώροι και η εγγύτητα σε βιομηχανικές μονάδες, μειώνουν τη συνολική ποιότητα ζωής. Οι δυσπρόσιτοι δήμοι έχουν λιγότερο πυκνό πληθυσμό και περισσότερους ανοιχτούς χώρους. Η χαρτογράφηση της QoL μπορεί να βοηθήσει τις τοπικές αρχές να αναπτύξουν στρατηγικές για τη βελτίωση της QoL και να βοηθήσει στη λήψη αποφάσεων κατά τη διάρκεια κοινωνικοοικονομικών κρίσεων. Μελλοντικές εργασίες θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τη μεθοδολογία για τον εντοπισμό των τάσεων της QoL με την πάροδο του χρόνου και για τον εντοπισμό των χωρικών ανισοτήτων εντός των δήμων.

Προσωπικά εργαλεία