Δορυφορικές εικόνες απομονωμένων κοινοτήτων στην περιοχή του Αμαζονίου
Από RemoteSensing Wiki
Ένας μακρύς κατάλογος των κινδύνων που απειλούν τις ελάχιστες εναπομείνασες απομονωμένες κοινότητες ιθαγενών της Αμαζονίας. Άποικοι και εργαζόμενοι στη βιομηχανία συχνά αρπάζουν τη γη των φυλών για ορυχεία, υλοτομία, διακίνηση ναρκωτικών ή εξόρυξη υδρογονανθράκων, κάτι που βλάπτει το περιβάλλον των ιθαγενών και τους φέρνει σε σύγκρουση με ένοπλους εποίκους. Η απρόσεκτη καταπάτηση από τους ξένους μπορεί επίσης να φέρει ασθένειες στις οποίες οι απομονωμένοι ιθαγενείς δεν έχουν καμία ανοσία.
Ο εντοπισμός και η προσεκτική παρακολούθηση των οικισμών είναι ένα σημαντικό βήμα για την προστασία των κοινοτήτων από τις προωθήσεις των αποίκων και ακόμη και από την επιβαλλόμενη από την κυβέρνηση ανάπτυξη. Αυτό όμως συχνά συνεπάγεται έμεση επαφή και ή εναέριες έρευνες με χαμηλές πτήσεις αεροπλάνων, που κοστίζουν στους ερευνητές χιλιάδες δολάρια ανά πτήση και προκαλούν αδικαιολόγητη πίεση στους ανθρώπους που ερευνώνται. Μια σειρά από αεροφωτογραφίες δείχνουν χωρικούς να ρίχνουν βέλη σε αεροπλάνα ή να προσπαθούν να ξεφύγουν μέσα στο δάσος.
Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, οι επιστήμονες έχουν αρχίσει να εξερευνούν χρησιμοποιώντας δορυφορικές εικόνες υψηλής ανάλυσης για τη συλλογή δεδομένων σχετικά με τη θέση, τον πληθυσμό και τη διαμόρφωση των απομονωμένων κοινοτήτων. Οι έρευνες με τη χρήση αυτών των εικόνων μπορεί να κοστίζουν μόνο US $10 ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο και παρέχουν υψηλότερης ποιότητας και πιο συστηματικά δεδομένα απ’ τις εναέριες έρευνες. Μία μελέτη στο περιοδικό Royal Society Open Science χρησιμοποιεί εικόνες αγορασμένες από βάσεις δεδομένων υψηλής ανάλυσης και από το λογισμικό χαρτογράφησης ArcGIS για τον εντοπισμό και τη μέτρηση χωριών, κήπων και σπιτιών σε πέντε απομονωμένες κοινότητες κοντά στα σύνορα Βραζιλίας-Περού.
Η μελέτη χρησιμοποίησε στοιχεία από ειδήσεις και από την υπηρεσία ιθαγενών της Βραζιλίας, Fundação Nacionaldo Índio (FUNAI), προκειμένου να έχει μια αίσθηση σχετικά με το πού βρίσκονταν οι κοινότητες προτού τις «κυκλώσει» και τελικά να αγοράσει εικόνες υψηλής ανάλυσης για συγκεκριμένες περιοχές.
Οι ερευνητές μπόρεσαν να μάθουν αρκετά για τις κοινότητες με την ανάλυση των δορυφορικών εικόνων. Για παράδειγμα, ένα χωριό ήταν ορατό στις δορυφορικές εικόνες το 2006, αλλά στις εικόνες του 2012 εμφανιζόταν εγκαταλελειμμένο και κατάφυτο. Μια υπερπτήση το 2014 έδειξε ότι η κοινότητα είχε μετακινηθεί σε μια κοντινή τοποθεσία. Και, χρησιμοποιώντας τις εκτιμήσεις πληθυσμού από τη FUNAI, η ομάδα υπολόγισε ότι οι κοινότητες υπό μελέτη είχαν περίπου δύο τετραγωνικά μέτρα εσωτερικού χώρου και 0,11 εκτάρια γης για κάθε κάτοικο, καθιστώντας τον ζωτικό χώρο τους μια τάξη μεγέθους πυκνότερο από αυτόν των περισσότερων μη απομονωμένων φυλών.
«Καθώς οι ιθαγενείς εκπολιτίζονται, η πυκνότητα μειώνεται αρκετά εντυπωσιακά», λέει ο Robert Walker, ανθρωπολόγος στο Πανεπιστήμιο του Μισούρι και επικεφαλής της μελέτης, στο mongabay.com. «Θέλουμε να βρούμε και να μετρήσουμε πιο απομονωμένα χωριά και να τα συγκρίνουμε με μη απομονωμένα… και να δούμε πώς μετακινούνται και μεταβάλλονται [εξίσου] με την πάροδο του χρόνου».
Η προσέγγιση θα μπορούσε επίσης να χρησιμοποιηθεί για την παρακολούθηση της επίδρασης εξωτερικών απειλών, όπως η υλοτομία, στους πληθυσμούς και τις μετακινήσεις των κοινοτήτων των ιθαγενών. Οι δορυφορικές εικόνες μπορούν να αυξήσουν σημαντικά τις υπάρχουσες στρατηγικές της FUNAI για την προστασία των απομονωμένων ομάδων, όπως οι υπερπτήσεις και οι σταθμοί επιβολής του νόμου σε απομακρυσμένα δασικά φυλάκια, γράφουν οι ερευνητές. «Θα μπορούσαμε να παρακολουθούμε καλύτερα τις εξωτερικές απειλές καταπάτησης και με χαμηλότερο κόστος χρησιμοποιώντας ένα πρόγραμμα εξ αποστάσεως επίβλεψης που θα ειδοποιούσε μια κινητή ομάδα να βοηθήσει στο σταμάτημα συγκεκριμένων εισβολών σε προστατευόμενα εδάφη ιθαγενών», είπε οWalker.
Η δορυφορική παρακολούθηση δεν εντόπισε άτομα ή πρόσωπα και αφορούσε τη χωρική ανάλυση και όχι την άμεση αλληλεπίδραση, κατευνάζοντας τις ανησυχίες σχετικά με τη συγκατάθεση και την ιδιωτική ζωή, είπε ο Walker. Ωστόσο, ο ίδιος φρόντισε να μην αποκαλύψει τις ακριβείς θέσεις των κοινοτήτων στην εργασία του για το φόβο ότι κάτι τέτοιο «θα μπορούσε να διευκολύνει κάποιους ανθρώπους να βλάψουν αυτά τα απομονωμένα χωριά», είπε.
Σύμφωνα με τη μελέτη, ο απώτερος στόχος αυτής της εργασίας είναι η ασφάλεια των απομονωμένων ανθρώπων και συγκεκριμένα «ένα διαχρονικό πρόγραμμα παρακολούθησης σε όλη την Αμαζονία που μπορεί να διευκολύνει τους φορείς χάραξης πολιτικής στη λήψη ενημερωμένων αποφάσεων ώστε να αυξήσουν την προστασία των απομονωμένων πληθυσμών».
Πηγή: [1]