Μελέτη διαχρονικής μεταβολής της πυκνότητας βλάστησης και χλωροφύλλης

Από RemoteSensing Wiki

Έκδοση στις 21:06, 26 Ιανουαρίου 2016 υπό τον/την Kostasmous (Συζήτηση | Συνεισφορές/Προσθήκες)
('διαφορά') ←Παλιότερη αναθεώρηση | εμφάνιση της τρέχουσας αναθεώρησης ('διαφορά') | Νεώτερη αναθεώρηση→ ('διαφορά')
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Εικόνα 1: Έγχρωμο σύνθετο 321 (RGB) της Landsat 8 της 2/6/2013 (αριστερά), οι λωρίδες λήψης του CASI 550 (στο κέντρο) και οριοθετημένο (με κόκκινο χρώμα) το δάσος του Ταξιάρχη σε υπέρθεση της απεικόνισης CASI σε μεγέθυνση της Landsat 8 (δεξιά). Πηγή: Έργο Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης: Θαλής 85492

Η εκτίμηση της βιομάζας γίνεται με τη γνώση της χωρικής κατανομής των ειδών μέσα στο δάσος. Βασικές παράμετροι που απαιτούνται για την εκτίμηση της βιομάζας είναι το είδος της δασικής κάλυψης, το ύψος των δέντρων και η πυκνότητα της βλάστησης. Βάσει αυτών, η συνολική βιομάζα μπορεί να εκτιμηθεί είτε μέσω αλλομετρικών εξισώσεων, είτε απευθείας, εφαρμόζοντας ένα κατάλληλο μαθηματικό μοντέλο.

Η παρούσα μελέτη διερευνά μεθοδολογίες εκτίμησης της πυκνότητας βλάστησης (στο δάσος Ταξιάρχη Χολομώντα της Χαλκιδικής) μέσω τηλεπισκοπικών δεδομένων που ελήφθησαν από τον αερομεταφερόμενο υπερφασματικό αισθητήρα CASI. Η πυκνότητα της βλάστησης, σε αντίθεση με το είδος κάλυψης γης ή το ύψος των δέντρων, αποτελεί μία γενικότερη έννοια, που μπορεί να ποσοτικοποιηθεί με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους. Ένας δείκτης πυκνότητας είναι ο αριθμός δέντρων ανά μονάδα επιφάνειας, η γνώση του οποίου είναι αναγκαία για την τελική εκτίμηση βιομάζας μέσω αλλομετρικών εξισώσεων. Η εκτίμηση όμως του αριθμού των δέντρων απαιτεί εικόνες υπερυψηλής χωρικής διακριτικής ικανότητας, καθώς η κόμη κάθε δέντρου πρέπει να απεικονίζεται από έναν ικανό αριθμό εικονοστοιχείων, προκειμένου να είναι εφικτή η αναγνώριση του δέντρου.

Η χωρική διακριτική ικανότητα της υπερφασματικής εικόνας CASI (2m) χαρακτηρίζεται χαμηλότερη από εκείνη των αεροφωτογραφιών της ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε., αλλά και των υπερφασματικών εικόνων GeoEye των οποίων η χωρική διακριτική ικανότητα των αντίστοιχων εικόνων είναι 0,5, γεγονός που καθιστά εφικτή την αναγνώριση μεμονωμένων δέντρων. Έτσι, καθίσταται δυσχερής η αξιοποίησή της για την εκτίμηση του αριθμού των δέντρων, παρέχει όμως μια λεπτομερή καταγραφή του ορατού και του εγγύς υπέρυθρου τμήματος του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος, μέσω πολλαπλών διαύλων ευαίσθητων σε πολύ στενά διαδοχικά διαστήματα του φάσματος, που την καθιστά κατάλληλη για την εκτίμηση της πυκνότητας βλάστησης μέσω κατάλληλα επιλεγμένων δεικτών βλάστησης, οι οποίοι λειτουργούν ως δείκτες της σχετικής αφθονίας και της δραστηριότητας της πράσινης βλάστησης, του ποσοστού φυτικής κάλυψης, του περιεχόμενου σε χλωροφύλλη και της ποσότητας πράσινης βιομάζας.

Η Τηλεπισκόπηση λοιπόν χρησιμοποιεί σύγχρονες μεθόδους χαρτογράφησης της πυκνότητας της βλάστησης και της χλωροφύλλης, μέσω δεικτών βλάστησης που υπολογίζονται από τους διαύλους της υπερφασματικής εικόνας CASI, ώστε μαζί με το είδος της δασικής κάλυψης και το ύψος των δέντρων να μπορεί να εκτιμηθεί η συνολική βιομάζα ενός δάσους.


Πηγή: www.telekyoto.web.auth.gr

Προσωπικά εργαλεία