Εντοπισμός Περιοχών Υψηλής Πιθανότητας Ρευστοποίησης με τη Χρήση Δεδομένων Τηλεπισκόπησης στην Δυτική Ελλάδα

Από RemoteSensing Wiki

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Εντοπισμός Περιοχών Υψηλής Πιθανότητας Ρευστοποίησης με τη Χρήση Δεδομένων Τηλεπισκόπησης στην Δυτική Ελλάδα

ΛΕΚΚΑΣ, Ε. Λ. Γεωλόγος, Αν. Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Αθηνών ΒΑΣΙΛΑΚΗΣ Ε. Μ. Γεωλόγος, Υπ. Διδάκτωρ Τηλεπισκόπησης, Πανεπιστήμιο Αθηνών

Αντικείμενο Εφαρμογής: Τεχνική Γεωλογία

Στόχος Εφαρμογής: Τα φαινόμενα των ρευστοποιήσεων εδαφών, τα οποία εκδηλώνονται κατά τη διάρκεια των σεισμικών κινήσεων, αποτελούν ένα σημαντικό παράγοντα που είναι υπεύθυνος σε μεγάλο βαθμό για την πρόκληση καταστροφών. Στον εντοπισμό περιοχών στις οποίες υφίσταται η πιθανότητα να προκληθούν τέτοια φαινόμενα μπορεί να συμβάλλει ουσιαστικά η ανάλυση δορυφορικών εικόνων LANDSAT5-ΤΜ σε ορισμένες φασματικές περιοχές και ειδικότερα στο κανάλι 7. Η τεχνική αυτή εφαρμόστηκε και επιβεβαιώθηκε στην περιοχή Κόμπε Ιαπωνίας (Μ=7.2R, 1995), στην περιοχή Πύργου Ηλείας (Μ=5.5R,1993) και στη περιοχή του Αιγίου (Μ=6.1R,1995) ενώ γίνεται μια προσπάθεια προσδιορισμού πιθανών περιοχών στη Δυτική Ελλάδα.

Εισαγωγή

Όπως είναι γνωστό, το φαινόμενο της ρευστοποίησης εδαφών εκδηλώνεται κυρίως κατά τη διάρκεια σεισμικών κινήσεων με αποτέλεσμα να προξενούνται σημαντικές καταστροφές στις κατασκευές και γενικότερα στα τεχνικά έργα, τα οποία είναι θεμελιωμένα στους συγκεκριμένους σχηματισμούς. Κατά τη ρευστοποίηση, τα εδαφικά υλικά και κυρίως άμμοι, ιλύες και χάλικες με παρουσία νερού, υποβάλλονται σε διατμητικές φορτίσεις, χάνουν τη διατμητική τους αντοχή και αποκτούν συμπεριφορά βαρέως υγρού. Συνήθεις εκδηλώσεις ρευστοποιήσεων στην επιφάνεια του εδάφους είναι η έκχυση των ρευστοποιημένων υλικών, η παρουσία κρατήρων έκχυσης, οι εδαφικές διαρρήξεις, οι καθιζήσεις, οι κατολισθήσεις και η δημιουργία ανώμαλων κυματισμών στην ελεύθερη επιφάνεια. Ο εντοπισμός περιοχών στις οποίες υφίσταται η πιθανότητα να προκληθούν φαινόμενα ρευστοποιήσεων αποτελεί ένα σημαντικό βήμα για τη μείωση του σεισμικού κινδύνου και γενικότερα τον χωροταξικό Αντισεισμικό Σχεδιασμό. Πρόκειται για μια εξαιρετικά σύνθετη έρευνα με μεγάλη χρονική διάρκεια, η οποία περιλαμβάνει αξιολόγηση γεωμορφολογικών, γεωλογικών, γεωτεχνικών και υδρογεωλογικών δεδομένων, ενώ παράλληλα απαιτεί μεγάλη δαπάνη εξαιτίας των πολυάριθμων εργασιών υπαίθρου, επιτόπου δοκιμών και εξειδικευμένων εργαστηριακών δοκιμών και αναλύσεων που πρέπει να εκτελεσθούν. Στην επίλυση του προβλήματος αυτού μπορεί να συμβάλλει αποφασιστικά η ανάλυση δορυφορικών εικόνων, δεδομένου ότι υπάρχει η δυνατότητα διερεύνησης της φύσης των επιφανειακών γεωλογικών σχηματισμών σε ορισμένες φασματικές περιοχές του μέσου υπέρυθρου του δορυφόρου LANDSAT5-ΤΜ. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στην Ιαπωνία κατά τους σεισμούς του Nihonkai-Cyubu Μ=7.7 (26 Μαΐου 1983), Kushiro-Oki Μ=7.8 (15 Ιανουαρίου 1993), Hokkaido- Nansei-Oki Μ=7.8 (12 Ιουλίου 1993) εφαρμόστηκαν με κυμαινόμενο βαθμό επιτυχίας δεδομένα τηλεπισκόπησης, προκειμένου να διαπιστωθεί ποιες φασματικές περιοχές του δορυφόρου LANDSAT5-ΤΜ αναδεικνύουν και προσεγγίζουν-επικαλύπτουν περιοχές στις οποίες εμφανίστηκαν φαινόμενα ρευστοποιήσεων. Η ίδια τεχνική εφαρμόζεται για περαιτέρω επιβεβαίωση στο σεισμό του Αιγίου (Ελλάδα) Μ=6.1R που έλαβε χώρα στις 15 Ιουνίου 1995, κατά τον οποίο εκδηλώθηκαν εκτεταμένες ρευστοποιήσεις. Στη συνέχεια γίνεται μια νέα εφαρμογή της μεθόδου εντοπισμού πιθανών μελλοντικών φαινομένων σε περιοχές στη Δυτική Ελλάδα, οι οποίες χαρακτηρίζονται από το ίδιο σεισμοτεκτονικό-γεωλογικό πλαίσιο, παρόμοιες γεωτεχνικές συνθήκες, ενώ βρίσκονται κάτω από "πιεστική διαδικασία" αστικοποίησης και καθορισμού χρήσεων γης.



Μεθοδολογία–Επεξεργασία

Με τη χρήση της τηλεπισκόπησης (Θεματικός Χαρτογράφος ΤΜ του δορυφόρου LANDSAT 5) προσφέρεται η δυνατότητα να απεικονισθούν τα επιφανειακά δεδομένα και μάλιστα σε σχετικά μεγάλη έκταση. Το συγκεκριμένο δορυφορικό σύστημα προσφέρει σημαντικά πλεονεκτήματα σε σχέση με τα άλλα υφιστάμενα δορυφορικά συστήματα λόγω της ευρύτητας των φασματικών δεδομένων σε συνδυασμό με την σχετικά υψηλή ανάλυση. Η όλη διαδικασία της έρευνας περιλαμβάνει αρχικά την επιλογή των εικόνων που αντιστοιχούν στην περιοχή και οι οποίες θα πρέπει να έχουν όσο το δυνατό μικρότερη νέφωση και στην επιφάνεια να μην υπάρχει πολύ πυκνή βλάστηση με μεγάλου ύψους φυτά και πολύ νερό από βροχοπτώσεις. Η ανάλυση των εικόνων γίνεται σε πρώτο στάδιο από πλήρως ανεπεξέργαστες εικόνες του φασματικού καναλιού 7, που απεικονίζουν ανακλώμενη ενέργεια στο μέσο υπέρυθρο, με μήκος κύματος 2.08-2.35μm. Ως γνωστόν οι ψηφιακές δορυφορικές εικόνες στη φυσική τους μορφή αποτελούν μια διδιάστατη σειρά μικρών περιοχών που ονομάζονται εικονοστοιχεία και τα οποία χωρικά αντιστοιχούν σε μικρά τεμάχια της επιφάνειας της γης. Σε κάθε εικονοστοιχείο αντιστοιχεί ένας ακέραιος αριθμός με τιμές από 0 έως 255, ανάλογα με την ακτινοβολία την οποία ανακλά το εδαφικό τεμάχιο το οποίο απεικονίζει. Καθορίζεται η αρχική τιμή κατωφλίου (threshold) για την δημιουργία μιας δυαδικής εικόνας (άσπρο-μαύρο) η οποία αποτελεί και την πρώτη επεξεργασμένη εικόνα, στην οποία στη συνέχεια μπορεί να γίνει αύξηση της αντίθεσης για να γίνει πιο ευδιάκριτη. Η εικόνα που παράγεται είναι δυνατό να ταυτίζεται πολύ με τον χάρτη κατανομής των ρευστοποιήσεων που μπορούν να παρατηρηθούν κατά την διάρκεια ενός σεισμού σε μια συγκεκριμένη περιοχή. Η χρήση των δεδομένων τηλεπισκόπησης για επιφανειακή πληροφόρηση στις αστικές περιοχές περιορίζεται και κυρίως αφορά στις επί μέρους θέσεις όπου δεν υπάρχουν κτίρια. Με το δεδομένο όμως ότι και οι κατοικημένες περιοχές έχουν αρκετούς ανοιχτούς χώρους η επιφανειακή πληροφόρηση μπορεί να ληφθεί σε ικανοποιητικό βαθμό. Επίσης, η κατάσταση του εδάφους μπορεί να αναγνωριστεί έμμεσα ακόμα και όταν ένα μικρού πάχους πεζοδρόμιο καλύπτει το έδαφος, αφού το φασματικό κανάλι 7 απεικονίζει μεγάλου μήκους κύματος ανακλώμενη ακτινοβολία που έχει διεισδύσει στο έδαφος για μερικά εκατοστά. Επισημαίνεται ότι η εδαφική πληροφόρηση που λαμβάνεται δεν υποδεικνύει το βάθος της ρευστοποίησης ή ρευστοποιήσεις, οι οποίες λαμβάνουν χώρα σε τυχόν γεωλογικούς σχηματισμούς, πού βρίσκονται σε ικανό βάθος.

Δεδομένα από τις περιοχές Κοbe (Ιαπωνία) και Ηλείας (Ελλάδα)

Όπως είναι γνωστό, καταστροφές από ρευστοποιήσεις προκλήθηκαν σε μεγάλη έκταση στην πόλη του Κοbe κατά την εκδήλωση του σεισμού Hanshin της 17ης Ιανουαρίου 1995 (Μ=7.2R) στην επαρχία Νankai (Κεντρική Ιαπωνία). Η ανάλυση της εικόνας LANDSAT5-ΤΜ, που πάρθηκε πριν το σεισμό, έγινε επιλέγοντας την περιοχή του μέσου υπέρυθρου φάσματος στην περιοχή του φασματικού καναλιού 7. Στη συνέχεια η εικόνα αυτή μετατράπηκε σε δυαδική και με τιμή κατωφλίου (threshold) 27 (Εικόνα 1), με αποτέλεσμα τα τμήματα με υψηλή τιμή ανάκλασης που είναι οι λευκές περιοχές να αντιστοιχούν ως επί το πλείστον στις περιοχές στις οποίες εμφανίστηκαν φαινόμενα ρευστοποιήσεων και τα οποία χαρτογραφήθηκαν μετά το σεισμό. Οι περιοχές αυτές είναι κυρίως οι νησίδες Port Island και Rokko Island καθώς και τμήματα της παράκτιας ζώνης, τα οποία καλύπτονται σε μεγάλο ποσοστό από έργα εξωραϊσμού-διαμόρφωσης ελεύθερων χώρων. Στα ίδια περίπου αποτελέσματα κατέληξαν και παράλληλες έρευνες με δορυφορικά δεδομένα που υφίσταντο πριν και μετά το σεισμό. Ρευστοποιήσεις εδαφών παρατηρήθηκαν στις παραλιακές περιοχές του Πύργου της Ηλείας μετά τον σεισμό μεγέθους 5.5R της 26ης Μαρτίου του 1993. Εφαρμόζοντας την προηγούμενη μέθοδο, δηλαδή μετατρέποντας το φασματικό κανάλι 7 της δορυφορικής εικόνας LANDSAT 5-ΤΜ σε δυαδική μορφή και δίνοντας τιμή κατωφλίου (threshold) 35, παρήχθη μια εικόνα η οποία με αύξηση της αντίθεσης έγινε πιο ευδιάκριτη. Οι περιοχές που έχουν υψηλό βαθμό κινδύνου για ρευστοποίηση κατά τη διάρκεια κάποιου σεισμού παρουσιάζονται με άσπρο σε αντίθεση με την υπόλοιπη περιοχή που φαίνεται μαύρη (Εικόνα 2). Η ανωτέρω κάλυψη συμπίπτει ως επί το πλείστον με τις περιοχές στις οποίες εκδηλώθηκαν φαινόμενα ρευστοποιήσεων κατά τον προηγούμενο σεισμό ή τις περιοχές που αποδεδειγμένα με βάση δεδομένα ερευνών μπορούν να ρευστοποιηθούν. Αντιστοιχούν δε σε περιοχές οι οποίες είναι χέρσες ή καλλιεργούνται και στις οποίες εμφανίζονται παράκτιες αποθέσεις, ποτάμιοι σχηματισμοί και αλλούβια. Οι διαφορές οι οποίες εντοπίζονται στις δύο περιπτώσεις σε ότι αφορά στις τιμές κατωφλίου (threshold), αποδίδονται κυρίως στο γεγονός ότι στη μεν περίπτωση του σεισμού του Κόμπε η περιοχή ήταν αστικοποιημένη και καλυπτόταν κατά τόπους από κτίρια, χώρους αναψυχής, ασφαλτοστρώσεις και εν γένει εξωραϊστικά έργα, στη δε περίπτωση του σεισμού του Πύργου επρόκειτο για περιοχή επί το πλείστον χέρσα με μικρή κάλυψη από γεωργικές καλλιέργειες και οικιστική ανάπτυξη. Η μη πλήρης ταύτιση των λευκών περιοχών στις επεξεργασμένες εικόνες με τις υπαίθριες διαπιστώσεις μπορεί να αποδοθεί στο διαφορετικό μέγεθος και τις λοιπές ιδιότητες της σεισμικής κίνησης στις δύο περιπτώσεις.

Δεδομένα από το Σεισμό του Αιγίου

Ο σεισμός του Αιγίου (Βόρεια Πελοπόννησος, Ελλάδα) έλαβε χώρα στις 15 Ιουνίου 1995 και είχε μέγεθος 6.1R. Από το σεισμό προκλήθηκαν αρκετοί θάνατοι και καταρρεύσεις κτιρίων, ενώ στην επικεντρική περιοχή παρατηρήθηκε μια ποικιλία γεωδυναμικών φαινομένων όπως εδαφικές και σεισμικές διαρρήξεις, ρευστοποιήσεις εδαφών, μεταβολές ακτογραμμών και κατολισθήσεις. Ειδικότερα, οι ρευστοποιήσεις εδαφών καταλάμβαναν ένα μεγάλο τμήμα στην παράκτια έκταση δυτικά και ανατολικά του Αιγίου, στη δομή της οποίας λαμβάνουν μέρος σχηματισμοί του Ολοκαίνου και ειδικότερα αλλούβια, παράκτιες και ποτάμιες αποθέσεις. Η μορφολογία της περιοχής εκδήλωσης των ρευστοποιήσεων είναι σχεδόν επίπεδη και σχετικά ομαλή με μικρή κλίση προς τη θάλασσα (βόρεια), ενώ ο υδροφόρος ορίζοντας ήταν σε μικρό βάθος από την επιφάνεια. Από την επεξεργασία των δορυφορικών εικόνων που λήφθηκαν πριν το σεισμό και σύμφωνα με τα δεδομένα των δύο προηγούμενων περιπτώσεων προέκυψε ότι αν γίνει επεξεργασία του φασματικού καναλιού 7 με τιμή κατωφλίου (threshold) 35, τότε υπάρχει μια πολύ καλή συσχέτιση μεταξύ ρευστοποιήσεων και περιοχών ανοικτών χρωματισμών της δορυφορικής εικόνας. Αν η συγκεκριμένη εικόνα μετατραπεί σε δυαδική, τα τμήματα υψηλής ανάκλασης (λευκές περιοχές) φανερώνουν ενδεικτικά τις περιοχές ρευστοποιήσεων. Η μη απόλυτη ταύτιση των δεδομένων των δορυφορικών εικόνων αλλά και των περιοχών εκδήλωσης ρευστοποιήσεων αποδίδονται κυρίως στην επιφανειακή κάλυψη του εδάφους από έργα εξωραϊσμού ενώ η περαιτέρω απόλυτη ταύτιση είναι απόλυτα συνδεδεμένη και ανάλογη με το μέγεθος του σεισμού και τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά της σεισμικής κίνησης.

Συμπεράσματα – Προοπτικές

Τα δορυφορικά δεδομένα τηλεπισκόπησης είναι δυνατό, αφού επεξεργαστούν κατάλληλα, να δώσουν σημαντικά στοιχεία για πολλά θεματικά αντικείμενα που αφορούν στην επιφάνεια της γης. Όπως διαπιστώθηκε και επιβεβαιώθηκε σε πρόσφατες σεισμικές κινήσεις, οι ρευστοποιήσεις εδαφών που έλαβαν χώρα σε περιοχές και ειδικότερα στο Κόμπε (Ιαπωνία), στον Πύργο Ηλείας και στο Αίγιο (Ελλάδα) αντιστοιχούν σε γενικές γραμμές σε ορισμένα κανάλια του θεματικού χαρτογράφου (ΤΜ) του δορυφορικού συστήματος LANDSΑΤ 5 που αντιστοιχεί στο μέσο υπέρυθρο. Μεγαλύτερη προσέγγιση και μεγαλύτερη ακρίβεια μπορεί να ληφθεί εάν δημιουργηθούν εικόνες με τιμές κατωφλίου (threshold) από 27 έως 37, ενώ οι ίδιες περιοχές αναδεικνύονται εάν οι συγκεκριμένες εικόνες μετατραπούν σε δυαδικές, των οποίων το λευκό-ανοικτό χρώμα αντιστοιχεί στις περιοχές που εμφανίζονται ρευστοποιήσεις. Όπως διαπιστώνεται, οι τιμές κατωφλίου (threshold) δεν παραμένουν σταθερές αλλά μεταβάλλονται και αυτό πιθανά οφείλεται στις ιδιαιτερότητες της κάθε περιοχής, η οποία μπορεί να έχει αλλοιωθεί ή να καλύπτεται ως ένα ποσοστό από τις ανθρώπινες παρεμβάσεις και δραστηριότητες. Γενικά διαπιστώνεται ότι όσο πιο μεγάλη παρέμβαση έχει γίνει στην επιφάνεια της γης, τόσο μικρότερες τιμές κατωφλίου (threshold) αντιστοιχούν με μεγαλύτερη ακρίβεια στις περιοχές που ρευστοποιούνται. Κυρίαρχο εξάλλου ρόλο, στην έκταση των ρευστοποιήσεων παίζει το σεισμικό μέγεθος. Έτσι, διαφοροποιήσεις που παρατηρούνται σε κάθε περίπτωση σεισμού μεταξύ των πραγματικών εκτάσεων εμφάνισης των ρευστοποιήσεων και των εκτάσεων που προκύπτουν από την επεξεργασία των δορυφορικών εικόνων οφείλονται όπως είναι επόμενο και στο μέγεθος του σεισμικού φαινομένου αλλά και σε λοιπές παραμέτρους, όπως λόγου χάρη την επικεντρική απόσταση. Για να διατυπωθούν σαφέστερα και να τεκμηριωθούν οι ανωτέρω συσχετίσεις, θα πρέπει να υφίστανται περισσότερα δεδομένα που θα αντληθούν κυρίως από μελλοντικές σεισμικές κινήσεις, οι οποίες θα προκαλέσουν ανάλογα φαινόμενα. Έτσι, θα υπάρχει ικανοποιητικό στατιστικό δείγμα από την επεξεργασία του οποίου δύναται να προκύψει η επίδραση του μεγέθους, της επιτάχυνσης, της διάρκειας, της επικεντρικής απόστασης, στην αποτελεσματικότητα και αξιοπιστία της μεθόδου. Τέλος, διαπιστώνεται ότι η ανάλυση και επεξεργασία δορυφορικών εικόνων αποτελεί μια αισιόδοξη μεθοδολογία η οποία μπορεί να συμβάλλει στον εντοπισμό περιοχών που αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστοποιήσεων γρήγορα και με χαμηλό κόστος. Επισημαίνεται ότι η έρευνα στο συγκεκριμένο αντικείμενο θα πρέπει να ενταθεί κυρίως σε περιπτώσεις εκδήλωσης νέων φαινομένων ρευστοποιήσεων στα αμέσως επόμενα χρόνια, οπότε και η ραγδαία τεχνολογική εξέλιξη, κυρίως με την αύξηση της χωρικής διακριτικής ικανότητας, θα επιτρέψει τη λήψη και αξιοποίηση ενός πολύ μεγαλύτερου αριθμού πληροφοριών μέσω των δορυφορικών συστημάτων.


Εικόνα 1. Το φασματικό κανάλι 7 της δορυφορικής εικόνας LΑΝDSΑΤ-5ΤΜ της περιοχής Πύργου–Κατακώλου.Εικόνα 2. Eπεξεργασμένη δυαδική εικόνα με τιμή κατωφλίου (threshold 35). Οι λευκές περιοχές αντιστοιχούν σε περιοχές στις οποίες παρατηρήθηκαν φαινόμενα ρευστοποίησης ή σε περιοχές που αποδεδειγμένα, με βάση δεδομένα ερευνών, μπορούν να ρευστοποιηθούν. Πηγή:4ο Πανελλήνιο συνέδριο Γεωτεχνικής και Γεωπεριβαλλοντικής Μηχανικής, ΤΕΕ – Ελληνική Επιστημονική Εταιρία Εδαφομηχανικής και Θεμελιώσεων, Αθήνα 2001, τομ.2, 185-192.


Βιβλιογραφία


Kubo, K. (1994). “Annual Report on Study of Weak Soil and Lifeline to Earthquake”. Association for the Development of Earthquake Prediction, 39-92. Lekkas, E. (1994). “Liquefaction, risk zonation and urban development at Western Peloponnessus”. Proceedings 7th International Congress International Association of Engineering Geology, publ. A.A. Balkema, 2095-2102, Lisboa. Lekkas, E., Kranis, H., Leounakis, M. & Stylianos, P. (1996a). “The seismotectonic setting of Kobe area (Japan) - The concomitant geodynamic phenomena of the Hanshin earthquake (January 17, 1995)”. Advances in Earthquake Engineering, The Kobe Earthquake: Geodynamic Aspects, 1- 16, Computational Mechanics Publications, Southampton. Lekkas, E., Kranis, H., Leounakis, M. & Stylianos, P. (1996b). “Liquefaction phenomena caused by the Kobe earthquake (Japan)”. 6th Spanish Congress and International Conference on Environmental Geology and Land-use Planning. Natural Hazards, Land-Use Planning and Environment. Eds. J. Chacon & C. Irigaray, p. 463-470, Granada. Lekkas, E., Lozios, S., Skourtsos, E. & Kranis, H. (1996c). “Liquefaction, ground fissures and coastline change during the Egio earthquake (15 June 1995, Central-Western Greece)”. Terra Nova, Vol. 8, N. 6, 648-654. Lillesand, T. & Kiefer, R., (1994), “Remote sensing and image interpretation”. John Wiley & Sons Inc., USA, 3d ed., p.750. Λέκκας, Ε. & Βασιλάκης, Ε., (1999). ”Ανάλυση δορυφορικών εικόνων για τον εντοπισμό ρευστοποιήσεων – Συγκριτικά στοιχεία από το σεισμό του Πύργου (26 Μαρτίου 1993) και το σεισμό του Κόμπε (17 Ιανουαρίου 1995)”. 5ο Πανελλήνιο Γεωγραφικό Συνέδριο, Αθήνα, σελ. 318-325. Seed, H.B. (1979). “Soil Liquefaction and Cyclic Mobility Evaluation for Level Ground during Earthquakes”. Jnl. Geotechnical Eng. Div., ASCE, 105:GT2, 201-255. Tomatsu, Y., Koshiishi, H., Sato, Y. & Hosokawa, K. (1992). “Basic research to estimating of liquefaction risk using by remote sensing data”. Annual Conference of Japan, Society of Civil Engineers. JSCE, Vol. 47, No 1, 80-81. Tomatsu, Y., Sato, Y., Takada, S., & Fukuda, M. (1993). “Distribution of Liquefaction and Ground Freezing Surrounding Kushiro-city at the Time of Kushiro- oki Earthquake - Risk analysis of Liquefaction use of remote sensing data”. JSCE Earthquake Engineering Symposium, JSCE, No 22, 407-410. Tomatsu, Y. & Sato, Y. (1994). “Case studies on hazard estimation of liquefaction using remote sensing data”. 9th Japan Earthquake Engineering Symposium, Science Council of Japan. Vol. 1, 127-132. Tomatsu, Y., Sato, Y., & Akashi, T. (1995). “Characteristics of the remote sensing images in the liquefied regions”. First International Conference on Earthquake Geotechnical Engineering, Japanese Geotechnical Society, Vol. 1, 25-30. Tomatsu, Y. & Sato, Y. (1996). “Analysis of satellite images in the liquefied regions”. 11th World Conference on Earthquake Engineering, Acapulco, Mexico. Vincent, R. (1997). “Geological and environmental remote sensing”. Prentice- Hall Inc., USA, p.366.

Προσωπικά εργαλεία