Προσδιορισμός των Xωροχρονικών Mεταβάσεων και της Mελλοντικής Aνάπτυξης ενός Mεσογειακού Βοσκότοπου της Νότιας Ελλάδας
Από RemoteSensing Wiki
Πρωτότυπος τίτλος: Identifying the Spatiotemporal Transitions and Future Development of a Grazed Mediterranean Landscape of South Greece
Συγγραφείς: D. Chouvardas, M. Karatassiou, A. Stergiou, G. Chrysanthopoulou
Δημοσιεύθηκε: Land 2022, 11, 2141. https://www.mdpi.com/1972182
Λέξεις κλειδιά: εγκατάλειψη γης, κτηνοτροφικές δραστηριότητες, επέκταση δασών, μείωση βοσκοτόπων, πλαίσιο μοντελοποίησης CLUE, λογιστική παλινδρόμηση
Αντικείμενο εφαρμογής: Μελέτη διαχρονικής μεταβολής της βλάστησης
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Οι χωροχρονικές αλλαγές κατά τις προηγούμενες δεκαετίες στα βοσκημένα μεσογειακά τοπία έχουν λάβει τη μορφή της εισβολής ξυλωδών φυτών σε ανοικτές περιοχές (π.χ. λιβάδια, ανοικτοί θαμνώνες, δασοπονικές περιοχές), μεταβάλλοντας τη δομή και την ποικιλομορφία τους. Οι δημογραφικές και κοινωνικοοικονομικές αλλαγές έχουν διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στους μετασχηματισμούς των τοπίων, προκαλώντας κυρίως την εγκατάλειψη παραδοσιακών πρακτικών διαχείρισης, όπως οι κτηνοτροφικές δραστηριότητες, η συγκομιδή ξύλου και οι γεωργικές πρακτικές. Η παρούσα μελέτη είχε ως στόχο να ποσοτικοποιήσει και να αξιολογήσει τις χωροχρονικές αλλαγές σε ένα τυπικό βοσκημένο μεσογειακό τοπίο του όρους Ζήρεια, την περίοδο 1945-2020, και να διερευνήσει την επίδραση αυτών των αλλαγών στη μελλοντική εξέλιξη (2020-2040) των τύπων χρήσης/κάλυψης γης. Χαρτογραφικό υλικό, όπως εναέριες ορθοφωτογραφίες από το 1945, χάρτες χρήσεων γης του 1960 και πρόσφατες δορυφορικές εικόνες, αποτέλεσαν αντικείμενο επεξεργασίας με το λογισμικό ArcGIS, ενώ για την εκτίμηση των μελλοντικών τάσεων προβολής των τύπων χρήσης/κάλυψης γης, αξιοποιήθηκαν αναλύσεις λογιστικής παλινδρόμησης στο πλαίσιο της μοντελοποίησης (μοντέλο CLUE).
2. ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΛΟΓΙΑ
2.1. Περιοχή μελέτης
Για τη μελέτη επιλέχθηκε το όρος Ζήρεια (ή Κυλλήνη), που βρίσκεται στη χερσόνησο της Πελοποννήσου (Νότια Ελλάδα). Το όρος Ζήρεια είναι το δεύτερο ψηλότερο βουνό της Πελοποννήσου και βρίσκεται στο νομό Κορίνθου, 115 χλμ. δυτικά της Αθήνας (Εικόνα 1). Η περιοχή μελέτης καλύπτει 39.762 εκτάρια γης όπου κατοικούν 3777 άτομα που ζουν σε 19 κοινότητες-δημοτικές υποδιοικήσεις. Τα υψόμετρα στην περιοχή μελέτης κυμαίνονται από 310 μ. έως 2374 μ., ενώ ένα μεγάλο φαράγγι, που ονομάζεται Φλαμπουρίτσα, χωρίζει το βουνό σε δύο περιοχές, τη "Μικρή" Ζήρεια και τη "Μεγάλη" Ζήρεια. Το όρος Ζήρεια, εκτός από το υψηλότερο σημείο του 2374 μ., έχει άλλες επτά κορυφές πάνω από τα 2000 μ. (τέσσερις στη Μεγάλη και τρεις στη Μικρή Ζήρεια). Οι πολλαπλές κορυφογραμμές που δημιουργούνται από τις κορυφές των βουνών, σε συνδυασμό με τις κοιλάδες και τα οροπέδια, δημιουργούν ένα ιδιαίτερα ποικιλόμορφο ανάγλυφο από λόφους, πεδιάδες, γκρεμούς και φαράγγια. Περισσότερα από τα δύο τρίτα της περιοχής μελέτης αποτελούν μέρος του δικτύου προστατευόμενων περιοχών Natura 2000. Στην περιοχή εντοπίζονται δύο κύριες υδρολογικές λεκάνες, οι οποίες δημιουργούν τη φυσική λίμνη Στυμφαλία (έκταση 15.285 εκτάρια) στα νότια και την τεχνητή λίμνη Δόξα (έκταση 48 εκτάρια) στα δυτικά, , οι οποίες επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό τις μικροκλιματικές συνθήκες και διευκολύνουν την τουριστική ανάπτυξη της περιοχής. Η λίμνη Στυμφαλία είναι στενά συνδεδεμένη με την ελληνική μυθολογία, και ιδιαίτερα με τους θρυλικούς άθλους του Ηρακλή. Σύμφωνα με τη μυθολογία, η λίμνη ήταν γεμάτη από επιθετικά ανθρωποφάγα στυμφαλικά πτηνά και ο έκτος κόπος του Ηρακλή ήταν να τα εξοντώσει. Το κλίμα είναι θερμό καλοκαιρινό μεσογειακό κλίμα και η μέση ετήσια βροχόπτωση ποικίλλει τα τελευταία 60 χρόνια, από 418 mm (το 1993) έως 1056 mm (το 2005), ενώ η μέση ετήσια θερμοκρασία κυμαίνεται από 12,59 ◦C (ψυχρότερο έτος το 1976) έως 15,55 ◦C (θερμότερο έτος το 2010). Οι κύριες χρήσεις γης της περιοχής είναι δάση, λιβάδια και γεωργικές εκτάσεις. Οι λιβαδικές εκτάσεις περιλαμβάνουν λιβάδια, θαμνώδεις εκτάσεις και δασοπονικές εκτάσεις με λιγότερο από 40% δενδροκάλυψη και βόσκονται από αιγοπρόβατα. Οι γεωργικές εκτάσεις καλλιεργούνται κυρίως με ετήσιες καλλιέργειες όπως φασόλια, καλαμπόκι, κριθάρι και σιτάρι.
2.2. Κοινωνικοοικονομικές αλλαγές
Σύμφωνα με την επίσημη έκθεση απογραφής που προέρχεται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή, η διαχρονική εξέλιξη των κοινωνικοοικονομικών δεδομένων από το 1961 (παλαιότερα διαθέσιμα στοιχεία) μέχρι τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία του 2011, έδειξε ότι τα τελευταία 50 χρόνια, ο συνολικός πληθυσμός, το ενεργό εργατικό δυναμικό και οι εργαζόμενοι στον πρωτογενή οικονομικό τομέα μειώθηκαν ραγδαία ακολουθώντας τη γενική τάση εγκατάλειψης της γης που έχουν αναφέρει πολλοί ερευνητές για την περιοχή της Μεσογείου. Η ανάλυση της ηλικιακής διάρθρωσης δείχνει γήρανση του πληθυσμού της περιοχής, με το 62% του πληθυσμού να είναι κάτω των 44 ετών το 1961, έναντι 47% το 2011 και τον τοπικό πληθυσμό άνω των 45 ετών να αυξάνεται από 38% σε 53% για την ίδια περίοδο. Τα παραπάνω στοιχεία συνάδουν με την αποδεδειγμένη δημογραφική αλλαγή στην περιοχή της Μεσογείου και τη μετακίνηση του νεότερου κυρίως πληθυσμού από τις αγροτικές περιοχές προς τα αστικά κέντρα. Από τα απογραφικά στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής και του Οργανισμού Πληρωμών και Ελέγχου Κοινοτικών Ενισχύσεων Προσανατολισμού και Εγγυήσεων, σχετικά με τα ιστορικά στοιχεία των μετακινούμενων, προέκυψε ότι ο αριθμός των ζώων βοσκής (κυρίως αιγοπροβάτων) και των εκμεταλλεύσεών τους έχει μειωθεί σημαντικά τα τελευταία 50 χρόνια. Ο συνολικός αριθμός των ζώων που βόσκουν μειώθηκε από το 1961 έως το 2011 κατά 38%.