Εντοπισμός Περιοχών με Υψηλή Πιθανότητα Ρευστοποίησης με χρήση Δεδομένων Τηλεπισκόπησης στη Δυτική Ελλάδα

Από RemoteSensing Wiki

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Αγγλικός τίτλος: Remote Sensing-Aided Localization of Liquefaction-Prone Sites. Existing Data and Application of the Method in Western Greece

Συγγραφείς: ΛΕΚΚΑΣ, Ε. Λ. Γεωλόγος, Αν. Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Αθηνών, ΒΑΣΙΛΑΚΗΣ Ε. Μ. Γεωλόγος, Υπ. Διδάκτωρ Τηλεπισκόπησης, Πανεπιστήμιο Αθηνών

Πηγή: 4ο Πανελλήνιο Συνέδριο Γεωτεχνικής και Γεωπεριβαλλοντικής Μηχανικής

Ι. Αντικείμενο εφαρμογής

Ο εντοπισμός περιοχών στις οποίες υφίσταται η πιθανότητα να προκληθούν φαινόμενα ρευστοποιήσεων αποτελεί ένα σημαντικό βήμα για τη μείωση του σεισμικού κινδύνου και γενικότερα τον χωροταξικό Αντισεισμικό Σχεδιασμό. Συνήθεις εκδηλώσεις ρευστοποιήσεων στην επιφάνεια του εδάφους είναι η έκχυση των ρευστοποιημένων υλικών, η παρουσία κρατήρων έκχυσης, οι εδαφικές διαρρήξεις, οι καθιζήσεις, οι κατολισθήσεις και η δημιουργία ανώμαλων κυματισμών στην ελεύθερη επιφάνεια (LΕΚΚΑS et al., 1996b). Κατά τη ρευστοποίηση, τα εδαφικά υλικά και κυρίως άμμοι, ιλύες και χάλικες με παρουσία νερού, υποβάλλονται σε διατμητικές ανακυκλιζόμενες φορτίσεις, χάνουν τη διατμητική τους αντοχή και αποκτούν συμπεριφορά βαρέως υγρού (SEED, 1979). Ο εντοπισμός των περιοχών ρευστοποιήσεων αποτελεί μια εξαιρετικά σύνθετη έρευνα με μεγάλη χρονική διάρκεια, η οποία περιλαμβάνει αξιολόγηση γεωμορφολογικών, γεωλογικών, γεωτεχνικών και υδρογεωλογικών δεδομένων, ενώ παράλληλα απαιτεί μεγάλη δαπάνη εξαιτίας των πολυάριθμων εργασιών υπαίθρου, επιτόπου δοκιμών και εξειδικευμένων εργαστηριακών δοκιμών και αναλύσεων που πρέπει να εκτελεσθούν. Στην επίλυση του προβλήματος αυτού μπορεί να συμβάλλει αποφασιστικά η ανάλυση δορυφορικών εικόνων, δεδομένου ότι υπάρχει η δυνατότητα διερεύνησης της φύσης των επιφανειακών γεωλογικών σχηματισμών σε ορισμένες φασματικές περιοχές του μέσου υπέρυθρου του LANDSAT5-ΤΜ δορυφορικού συστήματος.

ΙΙ. Σκοπός της εφαρμογής

Στη συνέχεια γίνεται μια νέα εφαρμογή της μεθόδου εντοπισμού πιθανών μελλοντικών φαινομένων σε περιοχές στη Δυτική Ελλάδα, οι οποίες χαρακτηρίζονται από το ίδιο σεισμοτεκτονικό - γεωλογικό πλαίσιο, παρόμοιες γεωτεχνικές συνθήκες, ενώ βρίσκονται κάτω από "πιεστική διαδικασία" αστικοποίησης και καθορισμού χρήσεων γης. Συγκεκριμένα γίνεται εφαρμογή της μεθόδου στην ευρύτερη περιοχή του Μύτικα και στην περιοχή εκβολών του Αχελώου ποταμού - Μεσολογγίου στο νομό Αιτωλίας-Ακαρνανίας.

ΙΙΙ. Μεθοδολογία-Επεξεργασία

Με τη χρήση της τηλεπισκόπησης (Θεματικός Χαρτογράφος ΤΜ του LANDSAT 5 δορυφορικού συστήματος) προσφέρεται η δυνατότητα να απεικονισθούν τα επιφανειακά δεδομένα και μάλιστα σε σχετικά μεγάλη έκταση. Το συγκεκριμένο δορυφορικό σύστημα προσφέρει σημαντικά πλεονεκτήματα σε σχέση με τα άλλα υφιστάμενα δορυφορικά συστήματα λόγω της ευρύτητας των φασματικών δεδομένων σε συνδυασμό με την σχετικά υψηλή ανάλυση. Η όλη διαδικασία της έρευνας περιλαμβάνει αρχικά την επιλογή των εικόνων που αντιστοιχούν στην περιοχή και οι οποίες θα πρέπει να έχουν όσο το δυνατό μικρότερη νέφωση και στην επιφάνεια να μην υπάρχει πολύ πυκνή βλάστηση με μεγάλου ύψους φυτά και πολύ νερό από βροχοπτώσεις. Η ανάλυση των εικόνων γίνεται σε πρώτο στάδιο από πλήρως ανεπεξέργαστες εικόνες του καναλιού 7, που απεικονίζουν ανακλώμενη ενέργεια στο μέσο υπέρυθρο, με μήκος κύματος 2.08-2.35μm (LILLESAND & KIEFER, 1994). Καθορίζεται η αρχική τιμή threshold για την δημιουργία μιας δυαδικής εικόνας (άσπρο-μαύρο) η οποία αποτελεί και την πρώτη επεξεργασμένη εικόνα, στην οποία στη συνέχεια μπορεί να γίνει αύξηση της αντίθεσης για να γίνει πιο ευδιάκριτη. Η εικόνα που παράγεται είναι δυνατό να ταυτίζεται πολύ με τον χάρτη κατανομής των ρευστοποιήσεων που μπορούν να παρατηρηθούν κατά την διάρκεια ενός σεισμού σε μια συγκεκριμένη περιοχή. Η χρήση των δεδομένων τηλεπισκόπησης για επιφανειακή πληροφόρηση στις αστικές περιοχές περιορίζεται και κυρίως αφορά στις επί μέρους θέσεις όπου δεν υπάρχουν κτίρια. Με το δεδομένο όμως ότι και οι κατοικημένες περιοχές έχουν αρκετούς ανοιχτούς χώρους η επιφανειακή πληροφόρηση μπορεί να ληφθεί σε ικανοποιητικό βαθμό. Επίσης, η κατάσταση του εδάφους μπορεί να αναγνωριστεί έμμεσα ακόμα και όταν ένα μικρού πάχους πεζοδρόμιο καλύπτει το έδαφος, αφού το κανάλι 7 απεικονίζει μεγάλου μήκους κύματος ανακλώμενη ακτινοβολία που έχει διεισδύσει στο έδαφος για μερικά εκατοστά (VINCENT, 1997). Επισημαίνεται ότι η εδαφική πληροφόρηση που λαμβάνεται δεν υποδεικνύει το βάθος της ρευστοποίησης ή ρευστοποιήσεις, οι οποίες λαμβάνουν χώρα σε τυχόν γεωλογικούς σχηματισμούς, πού βρίσκονται σε ικανό βάθος.


ΙV. Παλαιότερες εφαρμογές της μεθόδου και δεδομένα

Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στην Ιαπωνία κατά τους σεισμούς του Nihonkai-Cyubu Μ=7.7 (26 Μαΐου 1983), Kushiro-Oki Μ=7.8 (15 Ιανουαρίου 1993), Hokkaido- Nansei-Oki Μ=7.8 (12 Ιουλίου 1993) εφαρμόστηκαν με κυμαινόμενο βαθμό επιτυχίας δεδομένα τηλεπισκόπησης ,προκειμένου να διαπιστωθεί ποιες φασματικές περιοχές του δορυφορικού συστήματος LANDSAT5-ΤΜ αναδεικνύουν και προσεγγίζουν - επικαλύπτουν περιοχές στις οποίες εμφανίστηκαν φαινόμενα ρευστοποιήσεων (ΤΟΜΑΤSU et al., 1992, ΤΟΜΑΤSU et al., 1993, ΚUΒΟ, 1994, ΤΟΜΑΤSU & SΑΤΟ, 1994, ΤΟΜΑΤSU et al., 1995). Μια ιδιαίτερη τεχνική εφαρμόστηκε και επιβεβαιώθηκε ήδη σε δύο περιοχές οι οποίες επλήγησαν από σεισμούς, κατά τους οποίους προκλήθηκαν φαινόμενα ρευστοποιήσεων (LΕΚΚΑS, et al., 1996a LΕΚΚΑS, et al.,1996b). Συγκεκριμένα εφαρμόστηκε στην περιοχή Κοbe-Νankai (Κεντρική Ιαπωνία), η οποία επλήγη από σεισμό Μ=7.2R στις 17 Ιανουαρίου 1995 και στην περιοχή του Πύργου Ηλείας (Δυτική Ελλάδα), η οποία επλήγη από σεισμό Μ=5.5R στις 26 Μαρτίου 1993. Η ίδια τεχνική εφαρμόζεται για περαιτέρω επιβεβαίωση στο σεισμό του Αιγίου (Ελλάδα) Μ=6.1R που έλαβε χώρα στις 15 Ιουνίου 1995, κατά τον οποίο εκδηλώθηκαν εκτεταμένες ρευστοποιήσεις.

Εικόνα 1

Kobe (Ιαπωνία)

Η ανάλυση της εικόνας LANDSAT5-ΤΜ, που πάρθηκε πριν το σεισμό, έγινε επιλέγοντας την περιοχή του μέσου υπέρυθρου φάσματος στην περιοχή του καναλιού 7. Στη συνέχεια η εικόνα αυτή μετατράπηκε σε δυαδική και με τιμή threshold 27 (Εικόνα 1), με αποτέλεσμα τα τμήματα με υψηλή τιμή ανάκλασης που είναι οι λευκές περιοχές να αντιστοιχούν ως επί το πλείστον στις περιοχές στις οποίες εμφανίστηκαν φαινόμενα ρευστοποιήσεων και τα οποία χαρτογραφήθηκαν μετά το σεισμό (LΕΚΚΑS et al., 1996a, LΕΚΚΑS et al., 1996b, ΛΕΚΚΑΣ & ΒΑΣΙΛΑΚΗΣ, 1999).

Οι περιοχές αυτές είναι κυρίως οι νησίδες Port Island και Rokko Island καθώς και τμήματα της παράκτιας ζώνης, τα οποία καλύπτονται σε μεγάλο ποσοστό από έργα εξωραϊσμού - διαμόρφωσης ελεύθερων χώρων. Στα ίδια περίπου αποτελέσματα κατέληξαν και παράλληλες έρευνες με δορυφορικά δεδομένα που υφίσταντο πριν και μετά το σεισμό (ΤΟΜΑΤSU & SΑΤΟ, 1996).

Πύργος Ηλείας

Εικόνα 2: Το κανάλι 7 της δορυφορικής εικόνας LΑΝDSΑΤ-5ΤΜ (πάνω) της περιοχής Πύργου - Κατακώλου και η επεξεργασμένη δυαδική εικόνα με τιμή threshold 35 (κάτω). Οι λευκές περιοχές αντιστοιχούν σε περιοχές στις οποίες παρατηρήθηκαν φαινόμενα ρευστοποίησης ή σε περιοχές που αποδεδειγμένα, με βάση δεδομένα ερευνών, μπορούν να ρευστοποιηθούν


Ρευστοποιήσεις εδαφών παρατηρήθηκαν στις παραλιακές περιοχές του Πύργου της Ηλείας μετά τον σεισμό μεγέθους 5.5R της 26ης Μαρτίου του 1993. Εφαρμόζοντας την προηγούμενη μέθοδο, δηλαδή μετατρέποντας το κανάλι 7 της δορυφορικής εικόνας LANDSAT 5-ΤΜ σε δυαδική μορφή και δίνοντας τιμή threshold 35, παρήχθη μια εικόνα η οποία με αύξηση της αντίθεσης έγινε πιο ευδιάκριτη. Οι περιοχές που έχουν υψηλό βαθμό κινδύνου για ρευστοποίηση κατά τη διάρκεια κάποιου σεισμού παρουσιάζονται με άσπρο σε αντίθεση με την υπόλοιπη περιοχή που φαίνεται μαύρη (Εικόνα 2).

Η ανωτέρω κάλυψη συμπίπτει ως επί το πλείστον με τις περιοχές στις οποίες εκδηλώθηκαν φαινόμενα ρευστοποιήσεων κατά τον προηγούμενο σεισμό ή τις περιοχές που αποδεδειγμένα με βάση δεδομένα ερευνών μπορούν να ρευστοποιηθούν (LΕΚΚΑS, 1994). Αντιστοιχούν δε σε περιοχές οι οποίες είναι χέρσες ή καλλιεργούνται και στις οποίες εμφανίζονται παράκτιες αποθέσεις, ποτάμιοι σχηματισμοί και αλλούβια. Οι διαφορές οι οποίες εντοπίζονται στις δύο περιπτώσεις σε ότι αφορά στις τιμές threshold, αποδίδονται κυρίως στο γεγονός ότι στη μεν περίπτωση του σεισμού του Κόμπε η περιοχή ήταν αστικοποιημένη και καλυπτόταν κατά θέσεις από κτίρια, χώρους αναψυχής, ασφαλτοστρώσεις και εν γένει εξωραϊστικά έργα, στη δε περίπτωση του σεισμού του Πύργου επρόκειτο για περιοχή επί το πλείστον χέρσο με μικρή κάλυψη από γεωργικές καλλιέργειες και οικιστική ανάπτυξη. Η μη πλήρης ταύτιση των λευκών περιοχών στις επεξεργασμένες εικόνες με τις υπαίθριες διαπιστώσεις μπορεί να αποδοθεί στο διαφορετικό μέγεθος και τις λοιπές ιδιότητες της σεισμικής κίνησης στις δύο περιπτώσεις.

Αίγιο

Εικόνα 3: Χάρτης των ρευστοποιήσεων και των υπόλοιπων γεωδυναμικών φαινομένων που έλαβαν χώρα στο σεισμό του Αιγίου του 1995 (1-2 Ρευστοποιήσεις, 3-4 Μετακινήσεις ακτών, 5 Ακτογραμμή μετά το σεισμό, 6-7 Περιοχές με καταστροφές, 8 Εδαφικές διαρρήξεις, 9 Σεισμική διάρρηξη, 10 Καταρρεύσεις κτιρίων, 11 Μεταλπικά ιζήματα, 12 Αλπικό υπόβαθρο), (LΕΚΚΑS et al, 1996c)

Ο σεισμός του Αιγίου (Βόρεια Πελοπόννησος, Ελλάδα) έλαβε χώρα στις 15 Ιουνίου 1995 και είχε μέγεθος 6.1R. Από το σεισμό προκλήθηκαν αρκετοί θάνατοι και καταρρεύσεις κτιρίων, ενώ στην επικεντρική περιοχή παρατηρήθηκε μια ποικιλία γεωδυναμικών φαινομένων όπως εδαφικές και σεισμικές διαρρήξεις, ρευστοποιήσεις εδαφών, μεταβολές ακτογραμμών, κατολισθήσεις που ενδεικτικά παρουσιάζονται στο σχήμα 3 (LΕΚΚΑS et al, 1996c).

Ειδικότερα, οι ρευστοποιήσεις εδαφών καταλάμβαναν ένα μεγάλο τμήμα στην παράκτια έκταση δυτικά και ανατολικά του Αιγίου, στη δομή της οποίας λαμβάνουν μέρος σχηματισμοί του Ολοκαίνου και ειδικότερα αλλούβια, παράκτιες και ποτάμιες αποθέσεις. Η μορφολογία της περιοχής εκδήλωσης των ρευστοποιήσεων είναι σχεδόν επίπεδη και σχετικά ομαλή με μικρή κλίση προς τη θάλασσα (βόρεια), ενώ ο υδροφόρος ορίζοντας ήταν σε μικρό βάθος από την επιφάνεια. Από την επεξεργασία των δορυφορικών εικόνων που λήφθηκαν πριν το σεισμό και σύμφωνα με τα δεδομένα των δύο προηγούμενων περιπτώσεων προέκυψε ότι αν γίνει επεξεργασία του καναλιού 7 με τιμή threshold 35, τότε υπάρχει μια πολύ καλή συσχέτιση μεταξύ ρευστοποιήσεων και περιοχών ανοικτών χρωματισμών της δορυφορικής εικόνας. Αν η συγκεκριμένη εικόνα μετατραπεί σε δυαδική, τα τμήματα υψηλής ανάκλασης (λευκές περιοχές) φανερώνουν ενδεικτικά τις περιοχές ρευστοποιήσεων (Εικόνα 4).

Η μη απόλυτη ταύτιση των δεδομένων των δορυφορικών εικόνων αλλά και των περιοχών εκδήλωσης ρευστοποιήσεων αποδίδονται κυρίως στην επιφανειακή κάλυψη του εδάφους από έργα εξωραϊσμού ενώ η περαιτέρω απόλυτη ταύτιση είναι απόλυτα συνδεδεμένη και ανάλογη με το μέγεθος του σεισμού και τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά της σεισμικής κίνησης.


V. Εφαρμογή της μεθόδου στην Αιτωλοακαρνανία

Οι περιοχές στις οποίες επιλέχθηκε να εφαρμοστεί η μέθοδος βρίσκονται στη Δυτική ηπειρωτική Ελλάδα, δεδομένου ότι χαρακτηρίζονται από το ίδιο σεισμοτεκτονικό - γεωλογικό πλαίσιο και τις ίδιες γεωτεχνικές συνθήκες. Μορφολογικά είναι πεδινές παράκτιες περιοχές στη δομή των οποίων λαμβάνουν μέρος Μεταλπικοί σχηματισμοί, οι οποίοι αποτελούνται κυρίως από χαλαρές Ολοκαινικές αποθέσεις όπως αλλούβια, παράκτιες αποθέσεις, ελώδεις και ποταμοχειμάρριες αποθέσεις, καθώς επίσης και Πλειο-Πλειστοκαινικές αποθέσεις όπως ερυθρές άργιλοι, συνεκτικά κροκαλοπαγή, κλπ. Οι σχηματισμοί αυτοί επικάθονται ασύμφωνα σε μάργες του Μειόκαινου και σε ασβεστόλιθους, φλύσχη και εβαπορίτες της Ιονίου ενότητας. Συγκεκριμένα στην περιοχή του Μύτικα (Δυτική Αιτωλοακαρνανία) ερευνήθηκε η πεδινή παράκτια περιοχή, η οποία καταλαμβάνεται ως επί το πλείστον από πρόσφατους σχηματισμούς του Ολοκαίνου και ειδικότερα ποταμοχειμάρριες αποθέσεις, αλλούβια, ελώδεις και κατά θέσεις παράκτιες αποθέσεις. Εκτός από τη θέση στην οποία αναπτύσσεται ο ομώνυμος οικισμός, όλη η υπόλοιπη έκταση είναι αγροτική, καλλιεργήσιμη με κατά θέσεις κάλυψη από δέντρα, ενώ τμήμα της είναι χέρσο. Στην περιοχή Μύτικα επιλέχθηκε το κανάλι 7 με τιμή threshold 35 δεδομένου ότι αντιστοιχεί στις περιοχές Αιγίου και Πύργου, όπου η ανωτέρω τιμή έδειξε σημαντική προσέγγιση των δορυφορικών δεδομένων και των δεδομένων από την εκδήλωση των φαινομένων. Οι περιοχές αυτές που υφίστανται μεγάλη πιθανότητα να ρευστοποιηθούν εμφανίζονται ως λευκές περιοχές στο σχήμα 5, στην οποία έγινε και αύξηση της αντίθεσης για να είναι πιο ευδιάκριτες.

Με βάση τα υφιστάμενα γεωλογικά δεδομένα της περιοχής και τα δεδομένα της προηγούμενης επεξεργασίας των δορυφορικών εικόνων διαπιστώνεται ότι οι λευκές περιοχές καταλαμβάνουν τη μεγαλύτερη έκταση των περιοχών στις οποίες εμφανίζονται οι Ολοκαινικοί σχηματισμοί και ειδικότερα τα αλλούβια, οι ελώδεις, οι παράκτιες αποθέσεις και οι ποταμοχειμάρριες αποθέσεις, σχηματισμοί δηλαδή που είναι δυνατό από άποψη γεωτεχνικής συμπεριφοράς καταρχήν να ρευστοποιηθούν. Αντίθετα στις περιοχές όπου εμφανίζονται σχηματισμοί του Μειόκαινου και ειδικότερα μάργες ή αρχαιότεροι σχηματισμοί, όπως φλύσχης, σχηματισμοί δηλαδή που από γεωτεχνική άποψη δεν είναι δυνατό να ρευστοποιηθούν, συμπίπτουν με το μαύρο τμήμα της δυαδικής επεξεργασμένης δορυφορικής εικόνας. Στην περιοχή των εκβολών του Αχελώου ποταμού - Μεσολογγίου εμφανίζονται κυρίως πρόσφατοι σχηματισμοί του Ολοκαίνου, όπως αλλούβια, ποταμοχειμάρριες αποθέσεις, ελώδεις αποθέσεις, παράκτιες αποθέσεις, κ.ά., ενώ υπάρχουν μόνο μερικές μικρές μορφολογικές εξάρσεις στις οποίες εμφανίζονται οι Αλπικοί σχηματισμοί του υποβάθρου. Η περιοχή καλύπτεται κυρίως από αγροτικές καλλιέργειες, ενώ σε μεγάλα τμήματα είναι χέρσος. Στην περιοχή των εκβολών του Αχελώου ποταμού επιλέχθηκε επίσης το κανάλι 7 με τιμή threshold 35, δεδομένου ότι από πλευράς χαρακτηριστικών επιφάνειας αλλά και από πλευράς εμφάνισης γεωλογικών σχηματισμών αντιστοιχεί στις περιοχές του Αιγίου και του Πύργου. Τα αποτελέσματα της επεξεργασίας εμφανίζονται στο σχήμα 6, όπου έχει γίνει αύξηση της αντίθεσης.

Οι λευκές περιοχές αντιστοιχούν σε περιοχές στις οποίες υφίσταται μεγάλη πιθανότητα εκδήλωσης φαινομένων ρευστοποιήσεων, ενώ αντίθετα οι μαύρες περιοχές αντιστοιχούν σε περιοχές, στις οποίες δεν υφίσταται η δυνατότητα ρευστοποιήσεων. Και σε αυτή την περίπτωση με βάση τα γεωλογικά δεδομένα της περιοχής και τα δεδομένα της επεξεργασία των εικόνων διαπιστώνεται ότι οι λευκές περιοχές καταλαμβάνουν τη μεγαλύτερη έκταση της περιοχής στην οποία εμφανίζονται οι σχηματισμοί του Ολοκαίνου και ειδικότερα τα αλλούβια, οι ποταμοχειμάρριες αποθέσεις, οι ελώδεις και οι παράκτιες αποθέσεις, οι οποίοι είναι σχηματισμοί που από γεωτεχνική άποψη είναι δυνατό να ρευστοποιηθούν. Αντίθετα, παλαιότερης ηλικίας σχηματισμοί, όπως εβαπορίτες, ασβεστόλιθοι, κλπ. που από γεωτεχνική άποψη δεν είναι δυνατό να ρευστοποιηθούν, συμπίπτουν με το μαύρο τμήμα της δυαδικής επεξεργασμένης δορυφορικής εικόνας.


VI. Αξιολόγηση μεθόδου- Συμπεράσματα

Όπως διαπιστώθηκε και επιβεβαιώθηκε σε πρόσφατες σεισμικές κινήσεις, οι ρευστοποιήσεις εδαφών που έλαβαν χώρα σε περιοχές και ειδικότερα στο Κόμπε (Ιαπωνία), στον Πύργο Ηλείας και στο Αίγιο (Ελλάδα) αντιστοιχούν σε γενικές γραμμές σε ορισμένα κανάλια του θεματικού χαρτογράφου (ΤΜ) του δορυφορικού συστήματος LANDSΑΤ 5 που αντιστοιχεί στο μέσο υπέρυθρο. Μεγαλύτερη προσέγγιση και μεγαλύτερη ακρίβεια μπορεί να ληφθεί εάν δημιουργηθούν εικόνες με τιμές threshold από 27 έως 37, ενώ οι ίδιες περιοχές αναδεικνύονται εάν οι συγκεκριμένες εικόνες μετατραπούν σε δυαδικές, των οποίων το λευκό-ανοικτό χρώμα αντιστοιχεί στις περιοχές που εμφανίζονται ρευστοποιήσεις. Όπως διαπιστώνεται, οι τιμές threshold δεν παραμένουν σταθερές αλλά μεταβάλλονται και αυτό πιθανά οφείλεται στις ιδιαιτερότητες της κάθε περιοχής, η οποία μπορεί να έχει αλλοιωθεί ή να καλύπτεται ως ένα ποσοστό από τις ανθρώπινες παρεμβάσεις και δραστηριότητες. Γενικά διαπιστώνεται ότι όσο πιο μεγάλη παρέμβαση έχει γίνει στην επιφάνεια της γης, τόσο μικρότερες τιμές threshold αντιστοιχούν με μεγαλύτερη ακρίβεια στις περιοχές που ρευστοποιούνται. Κυρίαρχο εξάλλου ρόλο, στην έκταση των ρευστοποιήσεων παίζει το σεισμικό μέγεθος. Έτσι, διαφοροποιήσεις που παρατηρούνται σε κάθε περίπτωση σεισμού μεταξύ των πραγματικών εκτάσεων εμφάνισης των ρευστοποιήσεων και των εκτάσεων που προκύπτουν από την επεξεργασία των δορυφορικών εικόνων οφείλονται όπως είναι επόμενο και στο μέγεθος του σεισμικού φαινομένου αλλά και σε λοιπές παραμέτρους, όπως λόγου χάρη την επικεντρική απόσταση. Για να διατυπωθούν σαφέστερα και να τεκμηριωθούν οι ανωτέρω συσχετίσεις, θα πρέπει να υφίστανται περισσότερα δεδομένα που θα αντληθούν κυρίως από μελλοντικές σεισμικές κινήσεις, οι οποίες θα προκαλέσουν ανάλογα φαινόμενα. Έτσι, θα υπάρχει ικανοποιητικό στατιστικό δείγμα από την επεξεργασία του οποίου δύναται να προκύψει η επίδραση του μεγέθους, της επιτάχυνσης, της διάρκειας, της επικεντρικής απόστασης, στην αποτελεσματικότητα και αξιοπιστία της μεθόδου. Τέλος, διαπιστώνεται ότι η ανάλυση και επεξεργασία δορυφορικών εικόνων αποτελεί μια αισιόδοξη μεθοδολογία η οποία μπορεί να συμβάλλει στον εντοπισμό περιοχών που αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστοποιήσεων γρήγορα και με χαμηλό κόστος. Επισημαίνεται ότι η έρευνα στο συγκεκριμένο αντικείμενο θα πρέπει να ενταθεί κυρίως σε περιπτώσεις εκδήλωσης νέων φαινομένων ρευστοποιήσεων στα αμέσως επόμενα χρόνια, οπότε και η ραγδαία τεχνολογική εξέλιξη, κυρίως με την αύξηση της διακριτικής ικανότητας, θα επιτρέψει τη λήψη και αξιοποίηση ενός πολύ μεγαλύτερου αριθμού πληροφοριών μέσω των δορυφορικών συστημάτων.

Προσωπικά εργαλεία