Οικολογία πυρκαγιάς και αποκατάσταση μετά την πυρκαγιά Προσεγγίσεις σε τύπους δασών της νότιας Ευρώπης

Από RemoteSensing Wiki

(Διαφορές μεταξύ αναθεωρήσεων)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Γραμμή 13: Γραμμή 13:
 +
Έχοντας υποστεί την επαναλαμβανόμενη δράση της φωτιάς κατά τη διάρκεια της εξέλιξής τους, πολλά είδη φυτών του περιβάλλοντος της Μεσογείου έχουν αναπτύξει ειδικές ιδιότητες προσαρμογής για την αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου, εξασφαλίζοντας έτσι την επιβίωσή τους στο χρόνο. Τα φυτά έχουν δύο βασικούς μηχανισμούς αναγέννησης μετά από πυρκαγιά: (i) φυτική αναγέννηση (αναβλάστηση) των ίδιων των καμένων ατόμων και (ii) δημιουργία νέων ατόμων μέσα από τη βλάστηση των σπόρων [1-2-3]. Η γνώση για το ποιοι μηχανισμοί υπάρχουν σε ένα συγκεκριμένο καμένο δάσος ή θαμνώδης έκταση είναι κρίσιμη για την αξιολόγηση των εναλλακτικών λύσεων διαχείρισης μετά την πυρκαγιά.
 +
Σχετικά λίγα είναι τα μεσογειακά είδη που δεν παρουσιάζουν κανέναν ειδικό μηχανισμό αναγέννησης μετά από πυρκαγιά και σε αυτή την περίπτωση, η αποκατάσταση των καμένων πληθυσμών εξαρτάται από τον αποικισμό από τις γειτονικές περιοχές που δεν έχουν καεί.
 +
Τα περισσότερα φυτικά είδη της Μεσογείου έχουν αναπτύξει μηχανισμούς αναγέννησης που επιτρέπουν την αποτελεσματική αποκατάστασή τους μετά από πυρκαγιά. Σύμφωνα με αυτούς τους μηχανισμούς, τα είδη ομαδοποιούνται σε υποχρεωτικούς βλαστούς αναβλάστησης και προαιρετικούς βλαστούς αναβλάστησης και σε υποχρεωτικούς σπορείς. Ορισμένα είδη δεν παρουσιάζουν κανέναν ειδικό μηχανισμό αναγέννησης μετά από πυρκαγιά, και ως εκ τούτου εξαφανίζονται τοπικά μετά την πυρκαγιά και μπορούν μόνο να επαναποικιοποιήσουν την καμένη περιοχή από γειτονικές μη καμένες περιοχές.
 +
Οι προβλέψεις για την κλιματική αλλαγή δείχνουν ότι η δυναμική των πυρκαγιών θα αυξηθεί στη Νότια Ευρώπη και αυτό θα μπορούσε να μειώσει την ανθεκτικότητα των μεσογειακών οικοσυστημάτων στη φωτιά.
 +
Οι πιο πυρόπληκτοι τύποι βλάστησης στην Ευρώπη είναι τα θερμόφιλα πευκοδάση με Pinus pinaster, P. halepensis και P. brutia, τα πλατύφυλλα αειθαλή δάση με Quercus suber, Q. ilex, Q. rotundifolia και Q. coccifera και οι θαμνότοποι.
 +
Άμεσες δράσεις μεταπυρικής αποκατάστασης θα πρέπει να εφαρμοστούν στα καμένα δάση που εμφανίζουν υψηλή διάβρωση και κίνδυνο απορροής, με αργό φυσικό ποσοστό αποκατάστασης της βλάστησης. Τα δάση που είναι πιο επιρρεπή στην διάβρωση εξαιτίας πυρκαγιάς είναι τα πευκοδάση που έχουν υπόροφο στον οποίο κυριαρχούν οι σπορείς. Η εδαφοκάλυψη με κάποιο προστατευτικό μίγμα αποτελεί μία από τις πιο αποτελεσματικές τεχνικές για την μείωση του κινδύνου διάβρωσης.
 +
Επίσης, η υλοτομία διάσωσης επιφέρει οικονομικά και περιβαλλοντικά οφέλη, αλλά και αρνητικές επιπτώσεις, ανάλογα με τις τοπικές συνθήκες. Γενικά συστήνεται να αποφεύγεται το σύρσιμο των κορμών σε ευάλωτα εδάφη, να διατηρούνται κάποια πεσμένα κλαδιά για λόγους βιοποικιλότητας, να παρακολουθούνται τα επιζήσαντα αποδυναμωμένα δένδρα για κίνδυνο εμφάνισης επιβλαβών παρασίτων και να χρησιμοποιούνται τα απανθρακωμένα ξύλα για την προστασία του εδάφους, όπου υπάρχει υψηλός κίνδυνος διάβρωσης. Η μετατροπή των δασών μετά από πυρκαγιά θα μπορούσε να εξεταστεί ως μέθοδος για την πρόληψη των πυρκαγιών και για την εκ νέου αποκατάσταση της φύσης του τοπίου.
 +
Αν και η ενεργή αναδάσωση είναι η συνήθης πρακτική από τους φορείς χάραξης πολιτικής και από τις δασικές υπηρεσίες, σε πολλές περιπτώσεις η υποβοηθούμενη φυσική αποκατάσταση είναι πιο αποτελεσματική και αποδοτική. Επιπλέον, η βόσκηση ζώων συμβάλλει στη μείωση του φορτίου των καύσιμων υλών και τον κίνδυνο πυρκαγιών. Ωστόσο, τα φυτοφάγα ζώα μπορούν επίσης να περιορίσουν την αποκατάσταση της βλάστησης μετά την πυρκαγιά. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να ληφθούν μέτρα προστασίας όπου αποδεικνύεται ότι τα εξημερωμένα και τα άγρια φυτοφάγα ζώα απειλούν την αναγέννηση.
 +
Τα ξένα χωροκατακτητικά είδη δεν ευνοούνται ιδιαίτερα από τις πυρκαγιές στα ξηρά μεσογειακά περιβάλλοντα, αλλά σε ορισμένες πιο υγρές περιοχές αποτελούν μεγάλο πρόβλημα για τη διαχείριση μετά την πυρκαγιά. Τα παράσιτα και οι διάφορες ασθένειες μπορούν επίσης να αυξήσουν την συσσώρευση των νεκρών καυσίμων υλών και κατά συνέπεια, τον κίνδυνο πυρκαγιάς. Η πυρκαγιά μπορεί να διευκολύνει το ξέσπασμα παρασιτικών επιδημιών.
Γραμμή 22: Γραμμή 31:
 +
 +
 +
ΠΗΓΗ : http://uaeco.biol.uoa.gr/files/PDF/FP0701/Ch_05.pdf
  [[category:Ενέργεια]]
  [[category:Ενέργεια]]

Αναθεώρηση της 11:36, 15 Απριλίου 2014

V. Ramón Vallejo, Margarita Arianoutsou, and Francisco Moreira


Σχήμα 1 - Αναβλάστηση γεωφυτών μετά από πυρκαγιά από υπόγειους βολβούς. Κάτω φωτογραφία: Urginea maritime, άνω εσωτερική φωτογραφία: Sternbergia sp., άνω φωτογραφία: Crocus sp. (Πηγή:. Μαργαρίτα Αριανούτσου, Πανεπιστήμιο Αθηνών)


Σχήμα 2 – Αναβλάστηση ξυλώδων ειδών μετά από πυρκαγιά στην κορυφή της ρίζας (επάνω αριστερή φωτογραφία). Άνω δεξιά φωτογραφία: Phlomis fruticosa, κάτω αριστερή φωτογραφία: Quercus fraineto. Συχνά οι βελανιδιές μπορούν να αναγεννηθούν μέσω αναβλάστησης, δηλαδή με την ανάπτυξη νέων κλαδιών απευθείας από τον καμένο κορμό του δένδρου (κάτω δεξιά φωτογραφία). (Πηγή:. Μαργαρίτα Αριανούτσου, Πανεπιστήμιο Αθηνών)


Σχήμα 3 - Μορφές εμποδίων για τον έλεγχο της διάβρωσης του εδάφους μετά από πυρκαγιά


Έχοντας υποστεί την επαναλαμβανόμενη δράση της φωτιάς κατά τη διάρκεια της εξέλιξής τους, πολλά είδη φυτών του περιβάλλοντος της Μεσογείου έχουν αναπτύξει ειδικές ιδιότητες προσαρμογής για την αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου, εξασφαλίζοντας έτσι την επιβίωσή τους στο χρόνο. Τα φυτά έχουν δύο βασικούς μηχανισμούς αναγέννησης μετά από πυρκαγιά: (i) φυτική αναγέννηση (αναβλάστηση) των ίδιων των καμένων ατόμων και (ii) δημιουργία νέων ατόμων μέσα από τη βλάστηση των σπόρων [1-2-3]. Η γνώση για το ποιοι μηχανισμοί υπάρχουν σε ένα συγκεκριμένο καμένο δάσος ή θαμνώδης έκταση είναι κρίσιμη για την αξιολόγηση των εναλλακτικών λύσεων διαχείρισης μετά την πυρκαγιά. Σχετικά λίγα είναι τα μεσογειακά είδη που δεν παρουσιάζουν κανέναν ειδικό μηχανισμό αναγέννησης μετά από πυρκαγιά και σε αυτή την περίπτωση, η αποκατάσταση των καμένων πληθυσμών εξαρτάται από τον αποικισμό από τις γειτονικές περιοχές που δεν έχουν καεί.


Τα περισσότερα φυτικά είδη της Μεσογείου έχουν αναπτύξει μηχανισμούς αναγέννησης που επιτρέπουν την αποτελεσματική αποκατάστασή τους μετά από πυρκαγιά. Σύμφωνα με αυτούς τους μηχανισμούς, τα είδη ομαδοποιούνται σε υποχρεωτικούς βλαστούς αναβλάστησης και προαιρετικούς βλαστούς αναβλάστησης και σε υποχρεωτικούς σπορείς. Ορισμένα είδη δεν παρουσιάζουν κανέναν ειδικό μηχανισμό αναγέννησης μετά από πυρκαγιά, και ως εκ τούτου εξαφανίζονται τοπικά μετά την πυρκαγιά και μπορούν μόνο να επαναποικιοποιήσουν την καμένη περιοχή από γειτονικές μη καμένες περιοχές. Οι προβλέψεις για την κλιματική αλλαγή δείχνουν ότι η δυναμική των πυρκαγιών θα αυξηθεί στη Νότια Ευρώπη και αυτό θα μπορούσε να μειώσει την ανθεκτικότητα των μεσογειακών οικοσυστημάτων στη φωτιά. Οι πιο πυρόπληκτοι τύποι βλάστησης στην Ευρώπη είναι τα θερμόφιλα πευκοδάση με Pinus pinaster, P. halepensis και P. brutia, τα πλατύφυλλα αειθαλή δάση με Quercus suber, Q. ilex, Q. rotundifolia και Q. coccifera και οι θαμνότοποι. Άμεσες δράσεις μεταπυρικής αποκατάστασης θα πρέπει να εφαρμοστούν στα καμένα δάση που εμφανίζουν υψηλή διάβρωση και κίνδυνο απορροής, με αργό φυσικό ποσοστό αποκατάστασης της βλάστησης. Τα δάση που είναι πιο επιρρεπή στην διάβρωση εξαιτίας πυρκαγιάς είναι τα πευκοδάση που έχουν υπόροφο στον οποίο κυριαρχούν οι σπορείς. Η εδαφοκάλυψη με κάποιο προστατευτικό μίγμα αποτελεί μία από τις πιο αποτελεσματικές τεχνικές για την μείωση του κινδύνου διάβρωσης. Επίσης, η υλοτομία διάσωσης επιφέρει οικονομικά και περιβαλλοντικά οφέλη, αλλά και αρνητικές επιπτώσεις, ανάλογα με τις τοπικές συνθήκες. Γενικά συστήνεται να αποφεύγεται το σύρσιμο των κορμών σε ευάλωτα εδάφη, να διατηρούνται κάποια πεσμένα κλαδιά για λόγους βιοποικιλότητας, να παρακολουθούνται τα επιζήσαντα αποδυναμωμένα δένδρα για κίνδυνο εμφάνισης επιβλαβών παρασίτων και να χρησιμοποιούνται τα απανθρακωμένα ξύλα για την προστασία του εδάφους, όπου υπάρχει υψηλός κίνδυνος διάβρωσης. Η μετατροπή των δασών μετά από πυρκαγιά θα μπορούσε να εξεταστεί ως μέθοδος για την πρόληψη των πυρκαγιών και για την εκ νέου αποκατάσταση της φύσης του τοπίου. Αν και η ενεργή αναδάσωση είναι η συνήθης πρακτική από τους φορείς χάραξης πολιτικής και από τις δασικές υπηρεσίες, σε πολλές περιπτώσεις η υποβοηθούμενη φυσική αποκατάσταση είναι πιο αποτελεσματική και αποδοτική. Επιπλέον, η βόσκηση ζώων συμβάλλει στη μείωση του φορτίου των καύσιμων υλών και τον κίνδυνο πυρκαγιών. Ωστόσο, τα φυτοφάγα ζώα μπορούν επίσης να περιορίσουν την αποκατάσταση της βλάστησης μετά την πυρκαγιά. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να ληφθούν μέτρα προστασίας όπου αποδεικνύεται ότι τα εξημερωμένα και τα άγρια φυτοφάγα ζώα απειλούν την αναγέννηση. Τα ξένα χωροκατακτητικά είδη δεν ευνοούνται ιδιαίτερα από τις πυρκαγιές στα ξηρά μεσογειακά περιβάλλοντα, αλλά σε ορισμένες πιο υγρές περιοχές αποτελούν μεγάλο πρόβλημα για τη διαχείριση μετά την πυρκαγιά. Τα παράσιτα και οι διάφορες ασθένειες μπορούν επίσης να αυξήσουν την συσσώρευση των νεκρών καυσίμων υλών και κατά συνέπεια, τον κίνδυνο πυρκαγιάς. Η πυρκαγιά μπορεί να διευκολύνει το ξέσπασμα παρασιτικών επιδημιών.





ΠΗΓΗ : http://uaeco.biol.uoa.gr/files/PDF/FP0701/Ch_05.pdf

Προσωπικά εργαλεία