ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΤΗΛΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΚΤΙΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

Από RemoteSensing Wiki

(Διαφορές μεταξύ αναθεωρήσεων)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
-
<big>'''ΠΕΡΙΛΗΨΗ'''</big>
+
Αργιαλάς Δημήτρης, Καθηγητής Ε.Μ.Π.
 +
Καράντζαλος Κωνσταντίνος, Ερευνητής Ε.Μ.Π.
-
Περιγράφονται σύγχρονες μέθοδοι και τεχνικές Τηλεπισκόπησης, για την διαχείριση και παρακολούθηση του παράκτιου περιβάλλοντος. Αρχικά και για την οριοθέτηση του αιγιαλού και της παραλίας, περιγράφεται μια αυτοματοποιημένη μεθοδολογία για την εξαγωγή και χαρτογράφηση ακτογραμμών από παγχρωματικές δορυφορικές απεικονίσεις. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να συγκεντρωθούν κατά τη διάρκεια διάφορων εποχών και αρκετών ετών έτσι ώστε να είναι δυνατό να ελεγχθούν οι χωρικές και εποχιακές αλλαγές στις παράκτιες ζώνες. Τα δεδομένα υψηλής ανάλυσης επιτρέπουν την παραγωγή χαρτών μεγάλης κλίμακας. Παράλληλα, περιγράφεται μια αυτοματοποιημένη τεχνική για τον εντοπισμό πετρελαιοκηλίδων αλλά και άλλων ρυπαντικών αποβλήτων στο παράκτιο περιβάλλον. Τέλος, ιδιαίτερης σημασίας είναι η δυνατότητα για αναγνώριση ζωνών που βρίσκονται στα πρόθυρα καταστροφικών αλλαγών όπως η διάβρωση μέσα από τεχνικές ταξινόμησης και ανίχνευσης μεταβολών. Από όλες τις παραπάνω εφαρμογές διαφαίνεται πως η Τηλεπισκόπηση αποτελεί ένα ιδιαίτερα αποτελεσματικό εργαλείο για τον έλεγχο της ποιότητας των παράκτιων ζωνών περιοδικά, επιτρέποντας την αναγνώριση πιθανών κινδύνων σε σύντομα χρονικά διαστήματα.
 
-
<big>'''ΑΥΤΟΜΑΤΗ ΕΞΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΑΚΤΟΓΡΑΜΜΩΝ ΑΠΟ ΠΑΓΧΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΔΟΡΥΦΟΡΙΚΕΣ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΕΙΣ'''</big>
+
<big>''' Η τηλεπισκόπηση στο παράκτιο περιβάλλον'''</big>
-
Η αυτόματη ανίχνευση και εξαγωγή των ακτογραμμών είναι μια βασική και ουσιαστικής σημασίας διαδικασία για ποικίλες γεωγραφικές, χαρτογραφικές και περιβαλλοντικές εφαρμογές στο παράκτιο περιβάλλον. Η ακτογραμμή μεταβάλλεται συνεχώς και για τον προσδιορισμό της απαιτείται η καταγραφή του μετώπου της σε όλες τις εποχές του χρόνου σε σχέση με διάφορα φυσικά φαινόμενα (διαβρώσεις, παλίρροιες, κ.α.) αλλά και σε σχέση με την ανθρώπινη δραστηριότητα (Dolan et al, 1980; Boak and Turner, 2005; Turner et al., 2007). Έτσι, μέχρι σήμερα έχουν, κυρίως, αναπτυχθεί χειρονακτικές τεχνικές εξαγωγής της ακτογραμμής, οι οποίες κατά κύριο λόγο βασίζονται σε μετρήσεις πεδίου με η και χωρίς το συνδυασμό τεχνικών φωτοερμηνείας (List and Farris, 1999). Τα τελευταία κυρίως χρόνια έχουν αναπτυχθεί τεχνικές για την ημι-αυτόματη και αυτόματη ανίχνευση ακτογραμμών από εναέρια και δορυφορικά δεδομένα με σκοπό την εξαγωγή του μετώπου της ακτογραμμής τη δεδομένη στιγμή της λήψης των δεδομένων και την μέτρηση δεικτών απαραίτητων για τον προσδιορισμό της ακτογραμμής (List and Farris, 1999; Karantzalos and Argialas, 2002; Boak and Turner, 2005). Ο αλγόριθμος που παρουσιάζεται στην παρούσα εργασία επιτυγχάνει την ανίχνευση και εξαγωγή των ακμών σε τρία στάδια. Πρώτα λαμβάνουν χώρα οι προεπεξεργασίες για την ενίσχυση και ομαλοποίηση των εικόνων. Έπειτα ακολουθεί η ανίχνευση ακμών είτε με τον τελεστή Canny (1986) είτε με το μορφολογικό φορμαλισμό της δεύτερης παραγώγου. Τέλος, πραγματοποιείται η αποκατάσταση της συνεκτικότητας των ανιχνευμένων ακμών με τη χρήση. Όλοι οι τελεστές ανίχνευσης ακμών, όντας ευαίσθητοι σε όλες τις εναλλαγές των τιμών φωτεινότητας στο πεδίο της εικόνας, παράλληλα με την ανίχνευση των ορίων επιθυμητών αντικειμένων, οδηγούν και στην ανίχνευση μη-πραγματικών και μη- επιθυμητών ακμών (Μarr and Hildreth, 1980; Maragos, 2002). Μαζί με τις ανιχνευμένες ακτογραμμές, το αποτέλεσμα επηρεάστηκε αρνητικά από ακμές που περιέγραφαν τα όρια και άλλων μη επιθυμητών περιοχών στο έδαφος (ποτάμια, όρια καλλιεργειών, κ.α.), όπως φαίνεται και στο Σχήμα 1.
 
-
[[εικόνα:ΠΑΡΑΚΤΙΟ.gif|center|]]
 
-
Σχήμα 1. Ανίχνευση ακτογραμμών από δορυφορικές εικόνες τύπου: LANDSAT TM4 με 30 μέτρα διακριτική ικανότητα (πρώτη σειρά), SPOT HRV με 10μ. δ.ι. (δεύτερη σειρά) και IRS-1C PAN με 6μ. δ.ι. (τρίτη σειρά). Σε όλες τις περιπτώσεις ανιχνεύονται οι ακτογραμμές αλλά ταυτόχρονα τα όρια και άλλων μη επιθυμητών αντικειμένων στο έδαφος (ποτάμια, όρια καλλιεργειών, κ.α.)
 
 +
Η τηλεπισκόπηση αποτελεί ένα πλέον αποτελεσματικό και ακριβές εργαλείο για την παρακολούθηση των παράκτιων ζωνών και των τάσεων μεταβολής αυτών δια μέσω του χρόνου. Στο πλαίσιο της διαχείρησης και παρακολούθησης των παράκτιων ζωνών εντάσσεται η οριοθέτηση του αιγιαλού και η χαρτογράφηση των ακτογραμμών, η μελέτη και παρακολούθηση της διάβρωσης των ακτών, ακόμα και η αναγνώριση της ύπαρξης πετρελαιοκηλίδων.
 +
Τα διαθέσιμα, τηλεπισκοπικά δεδομένα, αεροφωτογραφίες και δορυφορικές απεικονίσεις, με την αυξανόμενη χωρική και φασματική τους διακριτική ικανότητα και σε συνδυασμό με τα τηλεπισκοπικά και γεωπληροφοριακά συστήματα, με προηγμένες τεχνικές εξαγωγής πληροφορίας παράγουν ένα σύνολο προιόντων όπως χαρτογραφικούε καταλόγους, χάρτες επικινδυνότητας κ.α. και αποτελούν έτσι ένα πολύτιμο εργαλείο για την προστασία, την ανάπτυξη και την βιώσιμη διαχείριση του παράκτιου περιβάλλοντος.
 +
Σημαντικό στοιχείο στην παρακολούθηση του παράκτιου περιβάλλοντος, μέσω εναέριων ή δορυφορικών απεικονίσεων, είναι ο εντοπισμός ενδεχόμενων μεταβολών είτε βιο-γεωφυσικών, είτε μέσω ανθρώπινων παρεμβάσεων. Συνεπώς η λήψη περιοδικών απεικονίσεων αποτελεί βάση της παρακολούθησης και μελέτης του παράκτιου περιβάλλοντος.
-
<big>'''ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ'''</big>
 
-
Για το λόγο αυτό και για τον διαχωρισμό και την ταξινόμηση των ανιχνευμένων ακμών σε ακμές που περιγράφουν την ακτογραμμή και ακμές που περιγράφουν άλλα χαρακτηριστικά, χρησιμοποιήθηκε η μετρούμενη στις εικόνες εναλλαγή στην υφή μεταξύ των θαλάσσιων περιοχών και του εδάφους. Η ανάλυση της υφής έγινε με την εφαρμογή δισδιάστατων φίλτρων Gabor (Daugman, 1985), τα οποία χαρακτηρίζονται ως βέλτιστα στο χώρο και τη συχνότητα και έχουν χρησιμοποιηθεί ευρέως στη βιβλιογραφία για ποικίλες εφαρμογές στην Όραση Υπολογιστών, όπως η κατάτμηση τεχνητών εικόνων, ιατρικών εικόνων, εικόνων για ρομποτική όραση, κ.α. (Maragos, 2002). Πιο συγκεκριμένα, για την διάκριση των ανιχνευμένων ακτογραμμών από τις υπόλοιπες μη επιθυμητές ακμές χρησιμοποιήθηκε η εναλλαγή που παρατηρείται στην υφή μεταξύ των θαλάσσιων περιοχών (μαλακή υφή, από σκουρόχρωμους τόνους) και του εδάφους (τραχύς υφή, με μέσους τόνους μεγαλύτερου εύρους). Για την παραπάνω ανάλυση της υφής, χρησιμοποιήθηκαν φίλτρα Gabor. Με την εφαρμογή φίλτρων Gabor, έγινε ο διαχωρισμός του εδάφους από τη θάλασσα. Έτσι με συγχώνευση (fusion) της πληροφορίας από την ανίχνευση των ακτογραμμών και της ανάλυσης υφής, έγινε η εξαγωγή της ακτογραμμής (Σχήμα 2). Στο ίδιο αποτέλεσμα, επίσης, μπορεί κανείς να καταλήξει εάν αντί για ανάλυση υφής πραγματοποιηθεί μια κατωφλίωση σε υπέρυθρο κανάλι ή κάποιος δείκτης (όπου και οι δύο μέθοδοι βασίζονται στον άμεσο υπολογισμό διαφορών σε τιμές φωτεινότητας, οι οποίες και οδήγησαν και στην αστοχία της ανίχνευσης των ακμών) ή μια ταξινόμηση, η πολυπλοκότητα της οποίας, όμως, είναι αρκετά μεγαλύτερη.
 
-
[[εικόνα:ΠΑΡΑΚΤΙΟ2.gif|center|]]
 
 +
<big>''' Χαρτογράφηση ακτογραμμών'''</big>
-
[[εικόνα:ΠΑΡΑΚΤΙΟ3.gif|center|]]
 
-
Σχήμα 2. Εξαγωγή ακτογραμμής έπειτα από την ανάλυση υφής με φίλτρα Gabor. αρχική εικόνα(πάνω) IKONOS PAN (αριστερά), ανίχνευση ακμών (μέση), επίθεση ακμών πάνω στην αρχική εικόνα (δεξιά).b): αρχική εικόνα LANDSAT TM4(κάτω), 30μέτρα δ.ι. (αριστερά), εξαγόμενη ακτογραμμή (δεξιά).
 
 +
Ένα βασικό χαρακτηριστικού του παράκτιου περιβάλλοντος, το οποίο μεταβάλλεται είτε φυσικά και εποχιακά, είτε μέσω ανθρώπινων παρεμβάσεων, είναι η ακτογραμμή μιας περιοχής. Για το λόγο αυτό απαιτείται η χαρτογράφησή της με καταγραφή του μετώπου της σε όλες τις εποχές του χρόνου. Οι τεχνικές που ακολουθούνται είναι είτε μετρήσεις πεδίου, είτε μεταγενέστερα τεχνικές φωτοερμηνείας και τέλος αλγόριθμοι αυτόματης ανίχνευσης του μετώπου της ακτογραμμής από δορυφορικές απεικονίσεις. Στην τελευταία μέθοδο εντοπίζονται προβλήματα ακριβούς καταγραφής της ακτογραμμής καθώς υπάρχουν περιοχές στο έδαφος (ποτάμια, όρια καλλιεργειών) τις οποίες το πρόγραμμα αντιλαμβάνεται ως ακμές του μετώπου της ακτογραμμής. Τα προβλήματα αυτά αντιμετωπίζονται με ανάλυση της υφής της απεικόνισης, καθώς η εναλλαγή που παρατηρείται στην υφή μεταξύ των θαλάσσιων περιοχών (μαλακή υφή, από σκουρόχρωμους τόνους) και του εδάφους (τραχύς υφή, με μέσους τόνους μεγαλύτερου εύρους) αποτελεί κλειδί για τον διαχωρισμό τους.
 +
[[Εικόνα: Eikona5.JPG]]
 +
        Εικόνα 1: Ανίχνευση ακτογραμμών από δορυφορικές εικόνες τύπου: LANDSAT TM4
 +
<big>''' Ανίχνευση πετρελαιοκηλίδων'''</big>
 +
Το πετρέλαιο έχει, άμεσα και έμμεσα, καταστροφικές επιπτώσεις σε ζώα και φυτά, που κατοικούν στο θαλάσσιο και παράκτιο περιβάλλον (Delilah, 2002), και σήμερα, η ρύπανση των θαλασσών με πετρέλαιο (και με τα παράγωγά του), από την εμπορική και ποντοπόρο ναυτιλία, αποτελεί μια βασική περιβαλλοντική ανησυχία, για την οποία πολλές διεθνής συνεργασίες και νόμοι έχουν πραγματοποιηθεί, ιδιαιτέρως υπό την αιγίδα του Διεθνούς Θαλάσσιου Οργανισμού (International Maritime Organisation, ΗΜΟ). Οι τηλεπισκοπικές μέθοδοι αποτελούν σημαντικό εργαλέιο για την ανίχνευση πετρελαιοκηλίδων, μέσω των δορυφορικών δεδομένων SAR.
 +
Η μεθοδολογία που ακολουθείται για τον εντοπισμό των πετρελαιοκηλίδων είναι η εξής:
 +
1) Φιλτράρισμα της εικόνας για την αφαίρεση του θορύβου, την ενίσχυσή και ομαλοποίησή της.
 +
2) Κατάτμηση και προκαταρκτική ανίχνευση πιθανών πετρελαιοκηλίδων από το συναρτησιακό εξέλιξης καμπυλών με επαναλαμβανόμενες δοκιμές.
-
<small>'''Πηγή:'''Δημήτριος Π. Αργιαλάς, Κωνσταντίνος Καράντζαλος,ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΤΗΛΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΚΤΙΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ</small>
+
3) Τελική ανίχνευση των κηλίδων με βάση τον υπολογισμό στατιστικών μεγεθών.
 +
 
 +
Οι κηλίδες ανιχνέυονται σε πραγματικό χρόνο.
 +
 
 +
 
 +
[[Εικόνα:Eikona6.JPG]]
 +
 
 +
Εικόνα 2: Διαφορετικά στάδια εξέλιξης ενεργών καμπύλων. Τελικά καταλήγουμε στα ανιχνευμένα όρια της κηλίδας
 +
 
 +
 
 +
 
 +
<big>''' Συμπεράσματα'''</big>
 +
 
 +
 
 +
Οι μελέτες που έχουν αναπτυχθεί για τις παράκτιες ζώνες από το εργαστήριο Τηλεπισκόπησης, ΕΜΠ, με χρήση δορυφορικών εικόνων μπορεί, ανάλογα με τις ανάγκες που καλούνται να καλύψουν, να δώσουν ποιοτικές και ποσοτικές πληροφορίες, πέραν των λοιπών, για πιθανές θέσεις ρύπανσης και ρυπαντών των θαλασσών και του παράκτιου περιβάλλοντος, αλλά και πληροφορίες για τα δέλτα των ποταμών, τις λιμνοθάλασσες, τις πεδινές ακτές τους θύλακες (ακτές με κοιλότητες) και τις απόκρημνες ακτές.Οι αναπτυγμένες, αυτές, μέθοδοι αλλά και περαιτέρω προσπάθειες από τη διεθνή επιστημονική κοινότητα καθιστούν την έρευνα στην Τηλεπισκόπιση για παράκτιες ζώνες έναν τομέα με ιδιαίτερη αποτελεσματικότητα και δυναμική. Παρόλη την αποτελεσματικότητα και δυναμική των μεθόδων ο τομέας αυτός αντιμετωπίζει δυσκολίες ουσιαστικής ανάπτυξης σε επιχειρησιακά προγράμματα και υπάρχει ανάγκη σχεδιασμού εθνικής στρατηγικής, που θα αποβλέπει στην ευρύτερη και καλύτερη αξιοποίηση της δορυφορικής τεχνολογίας.

Αναθεώρηση της 11:41, 10 Φεβρουαρίου 2011

Αργιαλάς Δημήτρης, Καθηγητής Ε.Μ.Π. Καράντζαλος Κωνσταντίνος, Ερευνητής Ε.Μ.Π.


Η τηλεπισκόπηση στο παράκτιο περιβάλλον


Η τηλεπισκόπηση αποτελεί ένα πλέον αποτελεσματικό και ακριβές εργαλείο για την παρακολούθηση των παράκτιων ζωνών και των τάσεων μεταβολής αυτών δια μέσω του χρόνου. Στο πλαίσιο της διαχείρησης και παρακολούθησης των παράκτιων ζωνών εντάσσεται η οριοθέτηση του αιγιαλού και η χαρτογράφηση των ακτογραμμών, η μελέτη και παρακολούθηση της διάβρωσης των ακτών, ακόμα και η αναγνώριση της ύπαρξης πετρελαιοκηλίδων. Τα διαθέσιμα, τηλεπισκοπικά δεδομένα, αεροφωτογραφίες και δορυφορικές απεικονίσεις, με την αυξανόμενη χωρική και φασματική τους διακριτική ικανότητα και σε συνδυασμό με τα τηλεπισκοπικά και γεωπληροφοριακά συστήματα, με προηγμένες τεχνικές εξαγωγής πληροφορίας παράγουν ένα σύνολο προιόντων όπως χαρτογραφικούε καταλόγους, χάρτες επικινδυνότητας κ.α. και αποτελούν έτσι ένα πολύτιμο εργαλείο για την προστασία, την ανάπτυξη και την βιώσιμη διαχείριση του παράκτιου περιβάλλοντος. Σημαντικό στοιχείο στην παρακολούθηση του παράκτιου περιβάλλοντος, μέσω εναέριων ή δορυφορικών απεικονίσεων, είναι ο εντοπισμός ενδεχόμενων μεταβολών είτε βιο-γεωφυσικών, είτε μέσω ανθρώπινων παρεμβάσεων. Συνεπώς η λήψη περιοδικών απεικονίσεων αποτελεί βάση της παρακολούθησης και μελέτης του παράκτιου περιβάλλοντος.



Χαρτογράφηση ακτογραμμών


Ένα βασικό χαρακτηριστικού του παράκτιου περιβάλλοντος, το οποίο μεταβάλλεται είτε φυσικά και εποχιακά, είτε μέσω ανθρώπινων παρεμβάσεων, είναι η ακτογραμμή μιας περιοχής. Για το λόγο αυτό απαιτείται η χαρτογράφησή της με καταγραφή του μετώπου της σε όλες τις εποχές του χρόνου. Οι τεχνικές που ακολουθούνται είναι είτε μετρήσεις πεδίου, είτε μεταγενέστερα τεχνικές φωτοερμηνείας και τέλος αλγόριθμοι αυτόματης ανίχνευσης του μετώπου της ακτογραμμής από δορυφορικές απεικονίσεις. Στην τελευταία μέθοδο εντοπίζονται προβλήματα ακριβούς καταγραφής της ακτογραμμής καθώς υπάρχουν περιοχές στο έδαφος (ποτάμια, όρια καλλιεργειών) τις οποίες το πρόγραμμα αντιλαμβάνεται ως ακμές του μετώπου της ακτογραμμής. Τα προβλήματα αυτά αντιμετωπίζονται με ανάλυση της υφής της απεικόνισης, καθώς η εναλλαγή που παρατηρείται στην υφή μεταξύ των θαλάσσιων περιοχών (μαλακή υφή, από σκουρόχρωμους τόνους) και του εδάφους (τραχύς υφή, με μέσους τόνους μεγαλύτερου εύρους) αποτελεί κλειδί για τον διαχωρισμό τους.

Eikona5.JPG

        Εικόνα 1: Ανίχνευση ακτογραμμών από δορυφορικές εικόνες τύπου: LANDSAT TM4


Ανίχνευση πετρελαιοκηλίδων


Το πετρέλαιο έχει, άμεσα και έμμεσα, καταστροφικές επιπτώσεις σε ζώα και φυτά, που κατοικούν στο θαλάσσιο και παράκτιο περιβάλλον (Delilah, 2002), και σήμερα, η ρύπανση των θαλασσών με πετρέλαιο (και με τα παράγωγά του), από την εμπορική και ποντοπόρο ναυτιλία, αποτελεί μια βασική περιβαλλοντική ανησυχία, για την οποία πολλές διεθνής συνεργασίες και νόμοι έχουν πραγματοποιηθεί, ιδιαιτέρως υπό την αιγίδα του Διεθνούς Θαλάσσιου Οργανισμού (International Maritime Organisation, ΗΜΟ). Οι τηλεπισκοπικές μέθοδοι αποτελούν σημαντικό εργαλέιο για την ανίχνευση πετρελαιοκηλίδων, μέσω των δορυφορικών δεδομένων SAR. Η μεθοδολογία που ακολουθείται για τον εντοπισμό των πετρελαιοκηλίδων είναι η εξής:

1) Φιλτράρισμα της εικόνας για την αφαίρεση του θορύβου, την ενίσχυσή και ομαλοποίησή της. 
2) Κατάτμηση και προκαταρκτική ανίχνευση πιθανών πετρελαιοκηλίδων από το συναρτησιακό εξέλιξης καμπυλών με επαναλαμβανόμενες δοκιμές.
3) Τελική ανίχνευση των κηλίδων με βάση τον υπολογισμό στατιστικών μεγεθών.

Οι κηλίδες ανιχνέυονται σε πραγματικό χρόνο.


Eikona6.JPG

Εικόνα 2: Διαφορετικά στάδια εξέλιξης ενεργών καμπύλων. Τελικά καταλήγουμε στα ανιχνευμένα όρια της κηλίδας


Συμπεράσματα


Οι μελέτες που έχουν αναπτυχθεί για τις παράκτιες ζώνες από το εργαστήριο Τηλεπισκόπησης, ΕΜΠ, με χρήση δορυφορικών εικόνων μπορεί, ανάλογα με τις ανάγκες που καλούνται να καλύψουν, να δώσουν ποιοτικές και ποσοτικές πληροφορίες, πέραν των λοιπών, για πιθανές θέσεις ρύπανσης και ρυπαντών των θαλασσών και του παράκτιου περιβάλλοντος, αλλά και πληροφορίες για τα δέλτα των ποταμών, τις λιμνοθάλασσες, τις πεδινές ακτές τους θύλακες (ακτές με κοιλότητες) και τις απόκρημνες ακτές.Οι αναπτυγμένες, αυτές, μέθοδοι αλλά και περαιτέρω προσπάθειες από τη διεθνή επιστημονική κοινότητα καθιστούν την έρευνα στην Τηλεπισκόπιση για παράκτιες ζώνες έναν τομέα με ιδιαίτερη αποτελεσματικότητα και δυναμική. Παρόλη την αποτελεσματικότητα και δυναμική των μεθόδων ο τομέας αυτός αντιμετωπίζει δυσκολίες ουσιαστικής ανάπτυξης σε επιχειρησιακά προγράμματα και υπάρχει ανάγκη σχεδιασμού εθνικής στρατηγικής, που θα αποβλέπει στην ευρύτερη και καλύτερη αξιοποίηση της δορυφορικής τεχνολογίας.

Προσωπικά εργαλεία