ΕΝΑΕΡΙΑ ΚΑΙ ΔΟΡΥΦΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ

Από RemoteSensing Wiki

(Διαφορές μεταξύ αναθεωρήσεων)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
 
(Μία ενδιάμεση αναθεώρηση δεν εμφανίζονται.)
Γραμμή 77: Γραμμή 77:
-
[[εικόνα:arxaiol_Page_08_Image_0001.jpg|center|80px|]]
+
[[εικόνα:arxaiol_Page_08_Image_0001.jpg|center|100px|]]
'''Εικ. 8:''' Δίκτυο καναλιών κάτω από την αραβική έρημο (πάχος άμμου 0.1-2.0 μέτρα) στο βορειοδυτικό Σουδάν. Συνδυασμός δορυφορικών εικόνων Landsat-5 και SIR-A (Hurtak 1986; Fowler & Darling 1998)
'''Εικ. 8:''' Δίκτυο καναλιών κάτω από την αραβική έρημο (πάχος άμμου 0.1-2.0 μέτρα) στο βορειοδυτικό Σουδάν. Συνδυασμός δορυφορικών εικόνων Landsat-5 και SIR-A (Hurtak 1986; Fowler & Darling 1998)
Γραμμή 100: Γραμμή 100:
Κλείνοντας, ένας ορισμός της Δορυφορικής Αρχαιολογίας είναι: ‘‘Η μέθοδος πρόβλεψης, που χρησιμοποιεί διαστημικά μέσα για τη λήψη αναλογικών ή ψηφιακών εικόνων της επιφάνεια της γης, με στόχο τον εντοπισμό, τη καταγραφή, προστασία και τον έλεγχο των αρχαιολογικών θέσεων.’’
Κλείνοντας, ένας ορισμός της Δορυφορικής Αρχαιολογίας είναι: ‘‘Η μέθοδος πρόβλεψης, που χρησιμοποιεί διαστημικά μέσα για τη λήψη αναλογικών ή ψηφιακών εικόνων της επιφάνεια της γης, με στόχο τον εντοπισμό, τη καταγραφή, προστασία και τον έλεγχο των αρχαιολογικών θέσεων.’’
 +
 +
 +
<small>Πηγή: "ΕΝΑΕΡΙΑ ΚΑΙ ΔΟΡΥΦΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ" ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΪΜΑΡΗΣ, OΛΓΑ ΓΕΩΡΓΟΥΛΑ & ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΤΙΑΣ, ανασκαφικό περιοδικό "Ανάσκαμμα", Τεύχος 03-2009</small>

Παρούσα αναθεώρηση της 17:09, 24 Απριλίου 2010

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Στην προσπάθεια οριοθέτησης νέων ευρύτερων περιοχών, εντός των οποίων θα αναζητηθούν υπολείμματα σύνθετων ανθρώπινων δραστηριοτήτων που αναπτύχθηκαν κατά το παρελθόν, ο χάρτης, η βιβλιογραφική έρευνα και οι μαρτυρίες ήταν, και παραμένουν ακόμη και σήμερα, βασικά εργαλεία αρχαιολογικής πρόβλεψης.

Τοπωνύμια, ερείπια, μεμονωμένοι βράχοι ή άλλα χαρακτηριστικά της γήινης επιφάνειας που χαρτογραφήθηκαν από μηχανικούς πριν πολλά χρόνια, χωρίς να δώσουν ιδιαίτερη σημασία, αλλά προσπαθώντας να κάνουν ως επαγγελματίες καλά τη δουλειά τους, σε πολλές περιπτώσεις οδήγησαν τους αρχαιολόγους σε σημαντικές ανακαλύψεις.Απομνημονεύματα περιηγητών του 19ου αιώνα, κείμενα αρχαίων και νεότερων ιστορικών, δίνουν πολύτιμές πληροφορίες για την οριοθέτηση μιας νέας ευρύτερης περιοχής, με υψηλό αρχαιολογικό ενδιαφέρον. Στη συνέχεια, μια εκτεταμένη επιφανειακή έρευνα η οποία θα πραγματοποιηθεί είναι πιθανό να έχει ως αποτέλεσμα τον εντοπισμό επιφανειακών ευρημάτων, κινητών και ακινήτων (αγγεία, όστρακα, εργαλεία, αρχιτεκτονικά λείψανα, κ.ά.). Βάσει της θέσης των ευρημάτων αυτών θα οριοθετηθούν περιοχές μικρότερης έκτασης, σε μικρό αριθμό των οποίων, κατά τη κρίση των αρχαιολόγων, θα πραγματοποιηθούν ανασκαφικές τομές. Το κόστος αυτών αυξάνει σημαντικά με την πάροδο του χρόνου και σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να εγκαταλειφθεί η προσπάθεια αν δεν βρεθεί γρήγορα ο ‘‘θησαυρός’’. Κι όμως, το μνημείο μπορεί να ‘‘κρύβεται’’ ακριβώς δίπλα…!

Πάντα λοιπόν, οι αρχαιολόγοι έψαχναν τεχνικές και μεθοδολογικές διαδικασίες, που θα επέτρεπαν σε σύντομο χρονικό διάστημα και με μικρό κόστος, τον εντοπισμό μιας νέας αρχαιολογικής θέσης, μιας θέσης που η ανασκαφική τομή και κατ’ επέκταση η συστηματική ανασκαφή θα είχε άμεσα αποτελέσματα. Προς αυτή την κατεύθυνση τη δεκαετία του ‘20, εντελώς τυχαία ο άγγλος αρχαιολόγος O.G.S. Crawford παρατήρησε τους σχηματισμούς θαμμένων κέλτικων κατασκευών στις ασπρόμαυρες αεροφωτογραφίες της περιοχής Windmill Hill. Ηταν ο πρώτος που διατύπωσε την άποψη ότι οι καλυμμένες κατασκευές μπορούν να παρατηρηθούν στις αεροφωτογραφίες, όταν οι συνθήκες το επιτρέπουν. Ηταν ο θεμελιωτής της Εναέριας Αρχαιολογίας (Aerial Archaeology).

Ενώ μέχρι σήμερα έχουν πραγματοποιηθεί εκατοντάδες εντοπισμοί θαμμένων μνημείων σε όλο τον κόσμο με τη βοήθεια της Εναέριας Αρχαιολογίας, η εμφάνιση των εικονοληπτικών δορυφορικών συστημάτων υψηλής χωρικής ανάλυσης, οδήγησε σε μια νέα τεχνική αρχαιολογικής πρόβλεψης, τη Δορυφορική Αρχαιολογία (Remote Sensing Archaeology). Αν και βρίσκεται σε νηπιακό στάδιο, τα πρώτα δείγματα σε πολλές περιπτώσεις είναι εντυπωσιακά. Η εμπλοκή του Φωτογραμμέτρη Μηχανικού σε αυτό το πολυσύνθετο και ιδιαίτερο θέμα του εντοπισμού μιας νέας αρχαιολογικής θέσης, αφορά σ’ εκείνα τα κομμάτια της έρευνας που έχουν να κάνουν με τον προσδιορισμό των βέλτιστων συνθηκών λήψης (εποχή, ώρα, γωνία λήψης, τηλεπισκοπικό σύστημα λήψης, κ.ο.κ.) για την εμφάνιση των ιχνών, δηλαδή των ‘‘ειδώλων’’ των θαμμένων κατασκευών στις εικόνες, την αποκατάσταση του μετρητικού περιεχομένου και την επεξεργασία των ψηφιακών ή ψηφιοποιημένων αεροφωτογραφιών και ψηφιακών δορυφορικών εικόνων, για την εμφάνιση ή την οπτική βελτίωση των ιχνών. Ο Φωτογραμμέτρης θα ‘‘δώσει’’ με λίγα λόγια στον Αρχαιολόγο, τελικά, το πλήθος, τα γεωμετρικά σχήματα και τις συντεταγμένες της θέσης των ιχνών με μεγάλη χωρική ακρίβεια και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να τον υποκαταστήσει, υποστηρίζοντας την ανακάλυψη μιας νέας αρχαιολογικής θέσης.

ΕΝΑΕΡΙΑ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ:ΧΘΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ

Οι πρώτες αεροφωτογραφήσεις αρχαιολογικών θέσεων πραγματοποιήθηκαν στις αρχές του 20ου αιώνα, με τη φωτογράφηση από αερόστατο της ανασκαφής της ρωμαϊκής αγοράς στη Ρώμη το 1899 από τον αρχαιολόγο Giacomo Boni και του Stonehedge (Εικ. 1) στη νότια Αγγλία το 1907 από τον λοχαγό P.H. Sharpe. Αεροφωτογράφηση με φωτογραφική μηχανή που ήταν δεμένη στην κοιλιά ενός περιστεριού, έλαβε χώρα το 1913 σε ανασκαφές στο Σουδάν από τον Sir Henry Wellcome.


Arxaiol Page 02 Image 0001.jpg

Εικ. 1: H αρχαιολογική περιοχή Stonehenge στη νότια Αγγλία από αερόστατο, το 1907 (Renfrew 1995: 75)

Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος σήμανε και την απαρχή της Εναέριας Αρχαιολογίας, με τη χρήση του αεροπλάνου ως πλατφόρμα για την από αέρα φωτογράφηση αρχαιολογικών καταλοίπων στο όρος Σινά από Γερμανούς αεροπόρους. Στη δεκαετία του ’20 η Εναέρια Αρχαιολογία λαμβάνει το θεωρητικό της υπόβαθρο, με τη διάλεξη που έδωσε ο O. G. S. Crawford στη Βασιλική Γεωγραφική Κοινότητα του Λονδίνου το 1923, παρουσιάζοντας αεροφωτογραφίες των “Celtic fields” (χαρακτηριστικά όρια από χώμα) στην περιοχή Windmill Hill. Το 1928, πραγματοποίησε τη πρώτη μεγάλη για την εποχή συστηματική αεροφωτογράφηση στην περιοχή Wessex, δίνοντας έμφαση στη δυνατότητα της εναέριας αναγνώρισης και χαρτογράφησης των καλυμμένων αρχαιολογικών υπολειμμάτων. Ο Antoine Poidebard το 1925 υποστήριξε ότι μνημεία που βρίσκονται σε μικρό βάθος κάτω από τη θάλασσα μπορούν να ανιχνευτούν στις αεροφωτογραφίες, και παρουσίασε τον εντοπισμό του αρχαίου λιμανιού στο Λίβανο4. Στην Αυστρία το 1931 πραγματοποιήθηκαν κατακόρυφες αεροφωτογραφήσεις για την υποστήριξη των ανασκαφώνστο Braunsberg. Στην Αμερική το 1921-1922 οι H. R .Wells και A. C. McKinley χαρτογράφησαν για πρώτη φορά, τα μνημειακά αναχώματα της περιοχής Cahokia κοντά στο St. Louis (Illinois),με τη βοήθεια των αεροφωτογραφιών. Ακολούθησαν οι πρώτες λήψεις κατακόρυφων στερεοσκοπικών εικόνων στην ίδια περιοχή από τον Dache M. Reevers. Τα άγνωστα μέχρι το 1930 κανάλια της κοιλάδας του ποταμού Gila στο Hohokams ανιχνεύθηκαν στις αεροφωτογραφίες της πολεμικής αεροπορίας από τον Neil M. Judd, ενώ το ίδιο έτος, νέες αρχαιολογικής θέσεις των Mayas εντοπίστηκαν από τις αεροφωτογραφήσεις που πραγματοποίησαν στο Μεξικό οι Lindberghs.

Arxaiol Page 03 Image 0001.jpg

Εικ. 2: Το 1922, μετά την αποστράγγιση της κοιλάδας Trebba, ήρθε στο φως η νεκρόπολη της αρχαίας ελληνορωμαϊκής πόλης Spina, με την ανακάλυψη 1.213 τάφων. Οι αρχαιολογικές έρευνες συνεχίστηκαν και το 1953, μετά την αποστράγγιση της κοιλάδας Pega, όπου ήρθαν στο φως άλλοι 2.000 τάφοι. Η μετέπειτα έρευνα εξαρτήθηκε σε μεγάλο βαθμό από την εξακρίβωση της ακριβούς θέσης και της μορφολογίας του δέλτα του Πάδου, ο οποίος έπαιξε σημαντικό ρόλο στη χωροθέτηση της αρχαίας πόλης. Οι αρχαιολόγοι, οι οποίοι στηρίζονταν αποκλειστικά στα κείμενα των αρχαίων ιστορικών, δεν μπορούσαν να προσδιορίσουν τη θέση και το εύρος του Πάδου. Ομως, το 1965 ο αρχαιολόγος N. Alfieri, χρησιμοποιώντας αεροφωτογραφίες του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, κατόρθωσε να εντοπίσει και να ταυτίσει το αρχαίο δέλτα του Πάδου και στη συνέχεια να ανακαλύψει την αρχαία πόλη (Alfieri 1963).


Συστηματικές εναέριες αρχαιολογικές έρευνες έλαβαν χώρα, ουσιαστικά, μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο τόσο στην Ευρώπη (Ιταλία, Γαλλία, Αυστρία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ολλανδία, Γερμανία, Δανία, Σουηδία) όσο και στην Αμερική (Η.Π.Α., Μεξικό, Καναδά), και οδήγησαν στον εντοπισμό δεκάδων νέων αρχαιολογικών θέσεων, που χρονολογήθηκαν από τους προϊστορικούς έως τους ιστορικούς χρόνους7. Ενδεικτικά, το 1957 ανιχνεύθηκαν στις ασπρόμαυρες κατακόρυφες και κεκλιμένες αεροφωτογραφίες η περιτείχιση, το οδικό δίκτυο και το κοίλο του θεάτρου της θαμμένης ρωμαϊκής πόλης που χρονολογείται από το 260 π.Χ., στο Φερέντο (Ανω Λάτιο, Ιταλία). Ο αρχαιολόγος Ν. Alfieri, το 1965, ανακάλυψε την αρχαία ελληνορωμαϊκή πόλη Spina στην Ιταλία (Εικ. 2), από τις ασπρόμαυρες κατακόρυφες αεροφωτογραφίες του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Οι πολυάριθμοι εντοπισμοί μνημείων (Εικ. 3) που πραγματοποιήθηκαν παράλληλα με την εξέλιξη των φωτογραφικών συστημάτων οδήγησαν στην παγκόσμια απο δοχή της Εναέριας Αρχαιολογίας στις αρχές της δεκαετίας του ’80 ως βασικό εργαλείο για την ανάδειξη, συντήρηση και διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς. Πρόκειται για την αρχή της δημιουργίας των Εθνικών Προγραμμάτων Συστηματικής Ερευνας για τον εντοπισμό, χαρτογράφηση, τεκμηρίωση και ταξινόμηση των αρχαιολογικών θέσεων.

Arxaiol eik3.jpg

Εικ. 3: Γαλλία, Somme. Το 1960 ανακαλύφθηκαν πάνω από 350 αρχαιολογικά σύνολα, κυκλικοί τάφροι, δρόμοι, κατασκευές, κ.ά., τα οποία άλλαξαν άρδην το χάρτη των γνωστών προϊστορικών και νεότερων θέσεων της περιοχής (Agache 1963). Αριστερά: ασπρόμαυρη κεκλιμένη αεροφωτογραφία του 1960. Δεξιά: έγχρωμη σύγχρονη κεκλιμένη αεροφωτογραφία της ίδιας θέσης.

Η αρχαία πόλη Eraclea στην Ιταλία (Εικ.4) ανακαλύφθηκε το 1984 από τις ασπρό μαυρες, έγχρωμες και υπέρυθρες κεκλιμένες και κατακόρυφες αεροφωτογραφίες, με ημερομηνίες λήψης από το 1954 έως το 1984. Τα παρατεταμένα ξηρά καλοκαίρια της δεκαετίας του ’90 στην Αγγλία, επέτρεψαν την εμφάνιση μεγάλου αριθμού ιχνών θαμμένων κατασκευών (Εικ. 5.1 και 5.2) στη κοιλάδα Cherwell, βόρεια της Οξφόρδης. Σήμερα στο North Yorkshire (Αγγλία), οι σύγχρονοι ορθοφωτοχάρτες χρησιμοποιούνται ως υπόβαθρο για τη γεωαναφορά ιστορικών αεροφωτογραφιών, με στόχο τον εντοπισμό και χαρτογράφηση των ρωμαϊκών αναχωμάτων ‘‘Cawthorn Camps’’.


Arxaiol Page 04 Image 0003.jpg

Εικ. 4: Τα ίχνη της αρχαίας πόλης Eraclea. Εγχρωμη αεροφωτογραφία του 1977 (Pierluigi & Maurizio 1984)

Arxaiol Page 05 Image 0001.jpg

Εικ. 5.1: Σύνθετη προστατευτική τάφρος ρωμαϊοβρετανικής περιόδου. Walden, Essex.

Arxaiol Page 05 Image 0002.jpg

Εικ. 5.2: Ρωμαϊκές τακτοποιήσεις. Crowle, Lincolnshire. Αγγλία, 1996. Από τον Απρίλιο έως το Δεκέμβριο του 1996, ελήφθησαν 4.570 κεκλιμένες έγχρωμες αεροφωτογραφίες, των ευρύτερων περιοχών των ύποπτων αρχαιολογικών θέσεων στη βόρεια και ανατολική Αγγλία, μετά από 415 ώρες πτήσης. Τα αποτελέσματα της φωτοερμηνείας ήταν ο εντοπισμός 2.267 νέων αρχαιολογικών θέσεων και η αύξηση του πλήθους των ιχνών 425 γνωστών θέσεων. Κυρίως, προσδιορίστηκαν θέσεις της Εποχής του Σιδήρου, του Χαλκού και της Ρωμαίο-βρετανικής περιόδου, από τα ίχνη που εμφανίστηκαν σε καλλιέργειες δημητριακών, ζαχαρότευτλων, κ.ά. (Featherstone et al. 1999).

Arxaiol Page 06 Image 0001.jpg

Εικ. 6: Αγγλία, 2003. Εικόνα του αισθητήρα Lidar στη θέση Stonehenge (Bewley 2003)

Σήμερα, η Εναέρια Αρχαιολογία έχοντας ισχυρές βάσεις στον 20ο αιώνα, στρέφεται στην έρευνα νέων τηλεπισκοπικών αισθητήρων. Ο νέος αερομεταφερόμενος αισθητήρας Lidar έχει κάνει την εμφάνισή του σε αρχαιολογικές εφαρμογές (Εικ. 6), όπου ‘‘μετρώντας’’ μικρές παραλλαγές του αναγλύφου της γήινης επιφάνειας, είναι σε θέση να αποκαλύψει αρχαιολογικές θέσεις που είναι αόρατες με γυμνό οφθαλμό14. Οι υπερφασματικοί αισθητήρες (Hyperspectral, Εικ. 7.1) και οι θερμικοί αισθητήρες (Εικ. 7.2), αξιολογούνται επίσης. Εκτός αυτών, οι αμέτρητες αεροφωτογραφίες αρχείου, σύγχρονες ή ιστορικές, τυχαίας ή προγραμματισμένης λήψης, είναι σίγουρο ότι θα κρατήσουν την Εναέρια Αρχαιολογία στην πρώτη γραμμή της έρευνας, ικανή να οδηγήσει στο μέλλον σε νέες ανακαλύψεις. Ενας σύγχρονος ορισμός της Εναέριας Αρχαιολογίας είναι: ‘‘Η μέθοδος πρόβλεψηςπου χρησιμοποιεί αερομεταφερόμενα μέσα για τη λήψη αναλογικών ή ψηφιακών εικόνων της επιφάνειας της γης, με στόχο τον εντοπισμό, την καταγραφή, προστασία και τον έλεγχο των αρχαιολογικών θέσεων’’.

Arxaiol Page 07 Image 0001.jpg

Εικ. 7.1: Πολυφασματικές ζώνες

Arxaiol Page 07 Image 0002.jpg

Εικ. 7.2: Θερμική ζώνη. Κίνα. Ανακάλυψη το 2002 της δυτικής σήραγγας του μαυσωλείου του Qinshihuang (πρώτος αυτοκράτορας της Κίνας), με τη βοήθεια του αερομεταφερόμενου Hyperspectral αισθητήρα OMIS2 (Kelong et al. 2004; Yuqing et al. 2004).


ΔΟΡΥΦΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ

Το υψηλό κόστος, η μικρή χωρική ανάλυση, η έλλειψη εύχρηστων προς το χρήστη λογισμικών επεξεργασίας των δορυφορικών εικόνων, ήταν τα πρώτα χρόνια της εμφάνισης των τηλεπισκοπικών δεδομένων οι βασικοί λόγοι της απουσίας τους από μελέτες αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, η βελτίωση αυτών των ανασταλτικών παραγόντων, σε συνδυασμό με την αύξηση της προσφοράς των δορυφορικών εικόνων (παγχρωματικών, πολυφασματικών και ραντάρ), έκαναν πολλούς ερευνητές να τις χρησιμοποιήσουν, σε συνδυασμό πάντα με τις αεροφωτογραφίες.

Το 1983, αρχαιολόγοι, σε συνεργασία με τους επιστήμονες της NASA, αποκάλυψαν ένα εκτεταμένο δίκτυο καλλιεργειών των Maya στο Yucatan (Μεξικό), χρησιμοποιώντας δορυφορικές εικόνες LANDSAT. Εκτός αυτού, ανίχνευσαν μια άγνωστη πόλη με δίδυμες πυραμίδες, που χρονολογείται στην κλασική περίοδο των Maya (600-900 μ.Χ.) και επαναπροσδιόρισαν τη θέση της μεγάλης αρχαίας πόλη Oxpemul, η οποία χάθηκε μέσα στη ζούγκλα μετά την ανακάλυψή της (δεκαετία του ’30). Το 1986, ερευνητές του Πανεπιστημίου της Βοστόνης (Η.Π.Α.) συνδυάζοντας δορυφορικές εικόνες LANDSAT-5 (χωρική ανάλυση παγχρωματικής 80 μέτρα και πολυφασματικής εικόνας 30 μέτρα και 120 μέτρα) και SIR-A (χωρική ανάλυση εικόνας ραντάρ 40 μέτρα) αποκάλυψαν ένα δίκτυο καναλιών (Εικ. 8) κάτω από την αραβική έρημο στο βορειοδυτικό Σουδάν. Η χαμένη αρχαία πόλη Ubar (2800 π.Χ. – 300 μ.Χ.) ανιχνεύθηκε το 1992 στις εικόνες του δορυφόρου SIR-C/X-SAR (χωρική ανάλυση εικόνων ραντάρ από 10 έως 25m) και το 1993 από το δορυφορικό σύστημα LANDSAT-5 προσδιορίστηκαν οι θέσεις αρχαίων ναών των Μaya στη Γουατεμάλα. Η άγνωστη μέχρι το 1994 αρχαία πόλη Angkor του 9ου αιώνα π.Χ. (Εικ. 9) αποκαλύφθηκε στη Καμπότζη, με τη βοήθεια των δορυφορικών εικόνων του συστήματος SIR-C/X-SAR.


Arxaiol Page 08 Image 0001.jpg

Εικ. 8: Δίκτυο καναλιών κάτω από την αραβική έρημο (πάχος άμμου 0.1-2.0 μέτρα) στο βορειοδυτικό Σουδάν. Συνδυασμός δορυφορικών εικόνων Landsat-5 και SIR-A (Hurtak 1986; Fowler & Darling 1998)

Arxaiol Page 08 Image 0002.jpg

Εικ. 9: Η αρχαία πόλη Angkor στην εικόνα του δορυφόρου SIRC/XSAR (NASA 1995)

Η Δορυφορική Αρχαιολογία βρίσκεται σε νηπιακό στάδιο, αφού οι περισσότεροι ξένοι ερευνητές, αρχαιολόγοι και μη, χρησιμοποιούν κυρίως αεροφωτογραφίες και σε ελάχιστες περιπτώσεις τις συνδυάζουν με δορυφορικές εικόνες. Αρκεί να αναφέρει κανείς ότι έχει αξιοποιηθεί μέχρι σήμερα μόνο το 30% του συνόλου των εικονοληπτικών δορυφορικών συστημάτων, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε αρχαιολογικές εφαρμογές βάση της χωρικής και φασματικής τους ανάλυσης. Αναμένεται, όμως, ότι τα νέα δορυφορικά συστήματα WordView-1 (0.5 μέτρα στον παγχρωματικό αισθητήρα) και GeoEye-1 (0.41 μέτρα στον παγχρωματικό και 1.65 μέτρα στον πολυφασματικό αισθητήρα), να στρέψουν το ενδιαφέρον περισσότερων ερευνητών προς τη Δορυφορική Αρχαιολογία, η οποία εκτός των άλλων εξασφαλίζει:

- Γεωγραφικό εύρος. Οι δορυφορικές εικόνες μπορούν να απεικονίσουν την ευρύτερη περιοχή μελέτης με ποικιλία κλίμακας και χωρικής ανάλυσης. Οι δορυφορικές εικόνες υψηλής ανάλυσης μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη λεπτομερή αρχαιολογική μελέτη και χαρτογράφηση, ενώ οι εικόνες μέσης ή χαμηλής ανάλυσης μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε γενικότερες περιβαλλοντικές μελέτες, μελέτες τοπίων και γεωμορφολογίας.

- Φασματικό εύρος. Ενώ ο άνθρωπος μπορεί να δει μόνο στο ορατό φάσμα του φωτός, τα δορυφορικά συστήματα μπορούν να αποτυπώσουν ταυτόχρονα τις ανακλάσεις περισσότερων φασματικών ζωνών από τη γήινη επιφάνεια, όπως της ορατής, της υπέρυθρης, κ.ά. Ετσι, μικρές παραλλαγές της επιφανειακής κάλυψης είναι δυνατόν να ανιχνευθούν πιο εύκολα. Για παράδειγμα οι μικρές μεταβολές της ποιότητας των φυτών της ίδιας καλλιέργειας που οφείλονται στην παρουσία θαμμένων κατασκευών, ανιχνεύονται αποτελεσματικά στην υπέρυθρη περιοχή του φάσματος.

- Περιοδικότητα. Η ικανότητα επανάληψης της λήψης της ίδιας θέσης μέσα σε σύντομα χρονικά διαστήματα. Επιτρέπει τον προσδιορισμό των αλλαγών του τοπίου και των αρχαιολογικών καταλοίπων μέσα στο χρόνο.

- Διαπερατότητα. Η ικανότητα των συστημάτων ραντάρ να διαπερνούν την πυκνή βλάστηση και την άμμο της ερήμου απεικονίζοντας τις κρυμμένες δομές.

- Προστασία των αρχαιολογικών καταλοίπων. Ο εντοπισμός νέων αρχαιολογικών θέσεων με μεγάλη χωρική ακρίβεια επιτρέπει τον καθορισμό περιοχών με συγκεκριμένες προδιαγραφές ανοικοδόμησης ή καλλιέργειας, που εξασφαλίζουν τη προστασία των θαμμένων υπολειμμάτων.

Κλείνοντας, ένας ορισμός της Δορυφορικής Αρχαιολογίας είναι: ‘‘Η μέθοδος πρόβλεψης, που χρησιμοποιεί διαστημικά μέσα για τη λήψη αναλογικών ή ψηφιακών εικόνων της επιφάνεια της γης, με στόχο τον εντοπισμό, τη καταγραφή, προστασία και τον έλεγχο των αρχαιολογικών θέσεων.’’


Πηγή: "ΕΝΑΕΡΙΑ ΚΑΙ ΔΟΡΥΦΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ" ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΪΜΑΡΗΣ, OΛΓΑ ΓΕΩΡΓΟΥΛΑ & ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΤΙΑΣ, ανασκαφικό περιοδικό "Ανάσκαμμα", Τεύχος 03-2009

Προσωπικά εργαλεία